Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Αν η εξουσία σε κοροϊδεύει είναι καθήκον σου να αντισταθείς


Η ανυπακοή ως πολιτική στάση έχει θέση σ’ ένα δημοκρατικό Πολίτευμα; Μπορούν, ένα άτομο, μία επαγγελματική συλλογικότητα, ευρύτερες κοινωνικές ομάδες να αρνηθούν να εφαρμόσουν ένα νόμο επειδή τον θεωρούν άδικο; Η συζήτηση έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό στη χώρα με αφορμή τα κρούσματα ανυπακοής [δεν πληρώνω-δεν πληρώνω] και τα φαινόμενα των καταλήψεων δημόσιων χώρων [υπουργεία, πανεπιστήμια] από οργανωμένες και δυναμικές μειοψηφίες.

Πολλοί πιστεύουν ότι η πολιτική ανυπακοή είναι μια θεμιτή επιλογή. Όταν βλάπτονται βάναυσα τα συμφέροντά σου, όταν απειλούνται βασικά δικαιώματά σου επειδή η κυβέρνηση εφαρμόζει μια τελείως διαφορετική πολιτική απ’ αυτή που είχε υποσχεθεί, τότε είναι καθήκον σου να αντισταθείς, όχι μόνο με τους κλασικούς τρόπους [ψήφος, διαδήλωση, απεργία], αλλά ακόμη και με ενέργειες που κινούνται στα όρια της συνταγματικής νομιμότητας.

Βεβαίως, ανακύπτει το ερώτημα: «ποιος κρίνει αν λειτουργεί σωστά μια Κοινοβουλευτική Δημοκρατία;». Η απάντηση είναι, η πλειοψηφία. Κόντρα ερώτημα: «Η πλειοψηφία έχει πάντα δίκιο;». Όχι φυσικά, αλλά έτσι γίνεται στις Δημοκρατίες. Οι μειοψηφίες προσπαθούν να πείσουν για την εγκυρότητα των απόψεών τους και αν δεν τα καταφέρουν είναι υποχρεωμένες να υπακούν. Αυτές είναι οι γενικές αρχές λειτουργίας ενός κοινοβουλευτικού συστήματος.

Ο καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο πανεπιστήμιο Αθηνών Σταύρος Τσακυράκης στο άρθρο του στο περιοδικό  «The books’ journal» [Νοέμβριος 2012] παραπέμπει στο δίλημμα του Σωκράτη στον Κρίτωνα «ή πείθεις ή υπακούς», υποστηρίζοντας ότι αυτός ο κανόνας είναι απαράβατος σε μια Δημοκρατία. Διαπιστώνει, όμως, ότι  έχει μεταφραστεί με ευθύνη ορισμένων κομμάτων σε «όταν δεν πείθω δεν υπακούω».

Ωστόσο, δέχεται μια εξαίρεση, την πολιτισμένη πολιτική ανυπακοή: «στην περίπτωση της πολιτισμένης πολιτικής ανυπακοής, η μη συμμόρφωση με τον νόμο έχει τον χαρακτήρα μιας δραματικής και ύστατης έκκλησης προς τη συνείδηση της πλειοψηφίας να αναθεωρήσει τις απόψεις της. Γι αυτό ακριβώς γίνεται πολιτισμένα και δημόσια, χωρίς βία».

Αν, όμως, δεν εισακουστούν οι εκκλήσεις; Αν μια κυβέρνηση που έχει εκλεγεί κανονικά επιμένει; Αν αυτή η κυβέρνηση αρνείται να συμβαδίσει με τα διεθνώς ισχύοντα; Αν, τέλος, χωρίς να έχει μεσολαβήσει έγκριση του εκλογικού σώματος, ακολουθεί μια πολιτική που είναι στον αντίποδα όσων διακήρυττε προεκλογικώς; Τότε τι γίνεται; Δύο παραδείγματα για να φανεί πόσο δύσκολο και σύνθετο είναι το πρόβλημα.

Το αίτημα που διατυπωνόταν από διάφορες πλευρές στο τέλος της δεκαετίας του ’80 για να επιτραπεί να λειτουργήσουν μη κρατικά ραδιόφωνα, συναντούσε τη σθεναρή αντίσταση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Μάλιστα ο τότε υπουργός Τύπου Δημήτρης Μαρούδας είχε δηλώσει ότι«αν χρειαστεί θα καταρρίψουμε τους δορυφόρους!!!». Αν το κίνημα που είχε αναπτυχθεί στο ζήτημα αυτό δεν προχωρούσε, παραβιάζοντας τον νόμο που ίσχυε, η ελεύθερη ραδιοφωνία  θα έπρεπε να περιμένει μερικά χρόνια ακόμη για να εμφανιστεί.

Το δεύτερο παράδειγμα είναι σοβαρότερο γιατί έχει να κάνει με την ουσία της Δημοκρατίας. Το ΠΑΣΟΚ ψηφίστηκε το 2009 από τους περίπου μισούς Έλληνες στη βάση ενός συγκεκριμένου προγράμματος. Ένα χρόνο μετά άλλαξε ριζικά  την πολιτική του, έβαλε τη χώρα στα Μνημόνια, δίχως να απευθυνθεί στους πολίτες, για να εγκρίνουν ή να αποδοκιμάσουν τη θεαματική αυτή στροφή. Ούτε εκλογές έκανε ούτε Δημοψήφισμα, όπως θα ήταν το θεσμικά σωστό. Πορεύτηκε επί δύο χρόνια με μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία που είχε εκλεγεί για να υλοποιήσει μια άλλη πολιτική. Στηρίχτηκε σ’ αυτήν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία προκειμένου να περάσει μέτρα για τα οποία δεν είχε προειδοποιήσει τους ψηφοφόρους. Θηριώδης εξαπάτηση. Αν, όμως, η εξουσία σε κοροιδεύει κατάμουτρα, αν σε αγνοεί, αν, για να γυρίσουμε στο σωκρατικό δίλημμα, δεν σε πείθει, τότε και συ δεν είσαι υποχρεωμένος να υπακούσεις. Καθαρές κουβέντες

Του Τάσου Παππά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου