Δευτέρα 17 Μαΐου 2010

Λήσταρχος Νταβέλης


Πολύς λόγος τώρα τελευταία γι΄αυτούς που καταλήστεψαν τον εθνικό πλούτο, μέχρι να τους βρούμε!!! και τα τους οδηγήσουμε στο σκαμνί ας γνωρίσουμε έναν από τους πρώτους διδάξαντες.
Τον περιβόητο Νταβέλη.

Ο Νταβέλης καταγόταν από τα Στύρα Ευβοίας και ήταν από οικογένεια κουτσοβλάχικης καταγωγής. Το πραγματικό του όνομα ήταν Χρήστος Νάτσος. Πιθανότατα γεννήθηκε εκεί γυρω στο 1830 .
Σαν μεγάλωσε έγινε ομορφάντρας ασίκης και ντελικανής και επειδή το ψωμί στο χωριό ήταν λίγο, κάπου εκεί στα 18 με 20 χρόνια του έρχεται στη Αθήνα να κάνει τον γαλατά στην μονή Πετράκη με την βοήθεια ένός μπάρμπα του που ήταν ήδη ιερέας στην Μονή.
Επειδή όμως στην ζωή για αλλού ξεκινάμε και αλλού η ζωή μας πάει και με τον Νταβέλη έγινε η στραβή.
Ηταν στην μονή προϊστάμενός του θα λέγαμε σήμερα ο πάτερ Συμεών "άνθρωπος του Θεού", με σαρκικά πάθη όμως . Ο πάτερ λοιπόν είχε να συνάψει ερωτικές σχέσεις με μια καλόγρια, τη Νέζω απο το γυναικείο μοναστήρι του Άγιο Παντελεήμονα.
H απόσταση που τους χώριζε όμως, ήταν τεράστια για τα δεδομένα της εποχής και ο πάτερ Συμεών σκέφτηκε πώς κάποιος θα' πρεπε να μεσολαβούσε μεταξύ τους έτσι ώστε να έχουν επικοινωνία μέσω αλληλογραφίας. Θεώρησε λοιπόν ως κατάλληλο άτομο τον 20χρονο Χρήστο . Έτσι τον έπιασε μια μέρα και του είπε οτι καθώς πηγαίνει το γάλα στην κυρά Νέζω στη μονή όπου διέμενε, να της δώσει και ένα σημείωμα το οποίο έγραφε δήθεν για κάποιες δουλειές του μοναστηριού που της είχε αναθέσει .
Ο ανύποπτος Νταβέλης παρέδωσε το σημείωμα στην καλόγρια και εκείνη με τη σειρά της του έδωσε ένα άλλο σημείωμα. Αυτό γινόταν συνεχώς για πολύ καιρό και το σούρτα φέρτα του Νταβέλη έκανε την Νεζώ να τον ερωτευτεί.
Επειδή όμως τα ωραία πράγματα τελειώνουν γρήγορα , με κάποιον τρόπο ο πάτερ Συμεών κατάλαβε τα νταραβέρια της Νεζώ με τον Νταβέλη και φούντωσε η ζήλια μέσα του . Ετσί για να τον εκδικηθεί έπαιρνε το γάλα που μοίραζε ο Νταβέλης και το αραίωνε με νερό,με αποτέλεσμα να κάνει ο κόσμος παράπονα. Σαν να μην έφτανε αυτό έκρυψε κάπου ένα πρόβατο απο τη στάνη της μονής και πήγε ύστερα στον ηγούμενο λέγοντας του οτι το'κλεψε ο Νταβέλης.
Ενα απόγευμα λοιπόν που γύρναγε ο Χρήστος απ΄το γάλα τον περίμεναν δυό χωροφύλακες για τα περαιτέρω.Πέρασε ολόκληρη νύχτα στα υπόγεια της μοιραρχίας των Αθηνών και τελικά τον άφησαν ελεύθερο οταν δεν βρέθηκε κανένα στοιχείο εναντίον του αλλά προφανέστατα όμως θα έφαγε ένα γερό μερεμέτι ξύλο κατα την συνήθεια της εποχής.
Ύστερα απο αυτό ο αδικημένος , ταπεινωμένος και ξυλοφορτωμένος 20χρονος Χρηστος Νάστος γύρισε στο χωριό του τα Στύρα.
Αλλα "θέλει ο χριστιανός να αγιάσει αλλά δεν τον αφήνουν οι διάολοι" λέγανε οι παλιοί για να δικαιολογήσουν τα ανομήματα τους. Και ο Νταβέλης δεν αποτέλεσε εξαίρεση.

Στο χωριό επιχείρησε να ζήσει μια νομοταγή ζωή , ερωτεύτηκε την όμορφη κόρη του πάρεδρου και θέλησε να την παντρευτεί και να νοικοκυρευτεί. Ο πάρεδρος όμως δεν την είχε για τα μούτρα του αλλά για κάποιο τσελιγκόπουλο.
Εκεί στο "δεν στην δίνω" ο ένας , "οχι θα την πάρω με το στανιό" ο άλλος, μια Κυριακή γιορτή, στο χωριό έφτασε ένα απόσπασμα το οποίο αναζητούσε κάποιους λιποτάκτες ανάμεσα τους και κάποιον ονόματι Νάστο. Ο πάρεδρος ευκαιρία βρήκε και τους κατέδειξε τον Νταβέλη ο οποίος λεγόταν Χρήστος Νάτσος και όχι Νάστος. Εξαιτίας αυτής της ηχητικής ομοιότητας των ονομάτων ξεκίνησαν όλα.
Δέκα άντρες του αποσπάσματος μαζί με τον φρούραρχο ,πήγαν πρός το μέρος της πλατείας όπου γινόταν χορός και γλέντι. Και τότε λίγο το γιορτινό κρασί λίγο η αψάδα της νιότης ,έγινε συμπλοκή μεγάλη. Η παρέα του Νταβέλη όταν πήγαν να τον συλλάβουν πέσανε απάνω στους άντρες του αποσπάσματος. Ανεξακρίβωτες πληροφορίες είπαν ότι τρείς απο τους φίλους του λαβώθηκαν βαριά στον καυγά, το σίγουρο είναι ότι ο ίδιος, κατάφερε να ξεφύγει. Δεν κατόρθωσαν να τον βρούν ποτέ παρ όλες τις επίμονες προσπάθειες της χωροφυλακής.

Στο κλαρί

Το να βγείς στο κλαρί τότες ήταν το μόνο εύκολο. Μιλάμε για το 1850 η Ελλάδα ηταν κατακλυσμένη από ληστές δύο ειδών. Τους ληστές των ορέων ανθρώπους που είτε πεινάγανε και ψάχνανε μια διέξοδο στην ληστεία είτε συνηθισμένοι στον ελευθέριο τρόπος ζωής δεν σηκώναν το καπίστρι που προσπαθούσε να τους βάλει η κεντρική
εξουσία και με το παραμικρό άρπαζαν ένα ντουφέκι και ντουγρού για το βουνό .
Οι άλλοι ήταν οι ληστές των πεδινών , άνθρωποι που τα οικονόμησαν σαν ληστές των όρεων και κατέβηκαν "νομοταγείς" πλέον στα πεδινά. Στους τελευταίους καλό ήταν να συμπεριληφθούν και οι πολιτικοί - κομματάρχες της εποχής .

Αυτούς τους καιρούς λοιπόν, εμφανίζεται και ο Νταβέλης στο βουνό με την ελπίδα , όπως το κάνανε και πολλοί άλλοι να κλέψει και να περάσει από την μια κοινωνική τάξη στην άλλη .
Γρήγορα "μυήθηκε" σε διάφορες συμμορίες και έγινε και αυτός ληστής.
Ο Νταβέλης όμως το 'χε . Ηταν ηγέτης ,ρωμαλέος και με πειθώ. Ετσί σύντομα κατόρθωσε και έφτιαξε δικιά του συμμορία της οποίας έγινε αρχηγος και που τα κυριότερα μέλη της ήταν ο "αποτρόπαιος Κακαράπης" (Λουκάς Μπελούλιας απο τό Κυριάκι Λιβαδειάς), "ο κτηνώδης Καλαμπαλίκης¨",ο "απαίσιος και ωμός Τσιμπουκλάρας", αλλά και άλλοι όπως , ο Φουντούκης, ο Ντελής, και ο Ζαφείρης.
Η νέα συμμορία άρχισε αμέσως την δράση της εισβάλλοντας στην Αθήνα και ρημάζοντας το σπίτι κάποιου ονόματι Ευλάμπιου. Το συμβάν κατέπληξε ολόκληρη την πόλη των Αθηνών που σύντομα θα καταπληχτεί κι άλλο.

Μετά τη ληστεία η συμμορία κατευθύνθηκε πρός το Δαφνί. Εκεί σε ένα πανδοχείο ο Νταβέλης γνωρίστηκε με τον περίφημο Ιωάννη Μέγα, υπολοχαγό του Πεζικού , πρώην ληστή και με τον οποίο σύντομα έγιναν αδερφικοί φίλοι. Μια φιλία όμως που σύντομα μετατράπηκε σε μίσος αφού λίγο καιρό αργότερα ο Μέγας ζήτησε απο τον Νταβέλη να
αιχμαλωτίσει και να του παραδώσει την πανέμορφη Ιταλίδα Κόμισσα Μπανκόλι την οποία ο Μέγας είχε ερωτευθεί παράφορα αλλά εκείνη του έριξε χυλόπιτα . Όντως ο Νταβέλης απήγαγε την κόμισσα αλλά αντί να την παραδώσει στον φίλο του την άφησε ελεύθερη... και τα κουτσομπολιά της εποχής δώσανε και πήρανε.

Η "καταξίωση"

Μέχρι τότε η συμμορία του ήταν σαν όλες τις άλλες κλέβανε κανέναν πλούσιο τους κυνηγούσαν τα αποσπάσματα ξεφεύγανε και φτου απο την αρχή. Ωσπου μια μέρα συνέλαβε έξω από το Δαφνί τον αρχηγό του Γαλλικού αποσπάσματος, λοχαγό Μπερτώ. Με την απαγωγή αυτή ο Νταβέλης προσπάθησε να εκβιάσει την κυβέρνηση για να πάρει όσο το δυνατόν περισσότερα λύτρα όμως ο Μπερτώ άνηκε στον στρατό κατοχής των Αγγλογάλλων στον Πειραιά (Ο στρατός κατοχής είχε σκοπό να καταπνίξει την επανάσταση στην Ηπειρο-Θεσσαλία κατά τον πόλεμο της Κριμαίας) και έτσι ο Νταβέλης φάνηκε σαν να ήταν ο μοναδικός που έδινε μάχη εναντίον του στρατού κατοχής κι αυτό τον ανέβασε πολύ στην εκτίμηση του λαού. Μύθοι και θρύλοι άρχισαν να κυκλοφορούν γι αυτόν.
Προσωπικά εκτιμώ ότι το προσωνύμιο "νταβέλης" να του δόθηκε τότε.(devil=νταβέλης)
Η συμμορία διανυκτέρευσε μαζί με τον λοχαγό σε ένα δάσος και το πρωί αναχώρησαν προς άγνωστη κατεύθυνση. Οι ληστές έστειλαν γράμμα που έλεγε ότι ζητούσαν 30.000 φράγκα για την απελευθέρωση του αιχμαλώτου και ότι έπρεπε η Κυβέρνηση να δώσει διαταγή να αποσυρθούν όλα τα στρατιωτικά αποσπάσματα που ήταν στο κατόπιν τους.
Και έτσι έγινε. Τα λύτρα δόθηκαν ,τα αποσπάσματα έφυγαν ο Μπερτώ απελευθερώθηκε .Μετά την επιτυχία αυτή η συμμορία γλυκάθηκε.
Ο Κακαράπης μαζί με κάποιους απο τη συμμορία όρμησε στο χωριό του Αγ.Γεωργίου του δήμου Πέτρας και ακολούθησε συμπλοκή με το στρατιωτικό απόσπασμα, το οποίο έτρεψαν σε φυγή (!!) έπειτα συνέλαβαν το δήμαρχο ζητώντας λύτρα 30.000 δραχμών. Όταν είδε οτι τα λεφτά δεν ερχόντουσαν, κατάσφαξε τον δήμαρχο και λεηλάτησαν όλα τα σπίτια του χωριού παίρνοντας αμέτρητα λάφυρα.

Τα εγκλήματα

Στην συνέχεια σε μια απο τις πιο αιματοβαμμένες σελίδες στην ιστορία των ληστών της Ελλάδας ήταν η εισβολή του Νταβέλη στη Λειβαδειά.
Το γεγονός έμεινε στην ιστορία. Ένα ντελίριο φρίκης, τρόμου και αιμοσταγούς κτηνωδίας με ανελέητες σφαγές, κατακρεουργημένα πτώματα, λεηλασίες και εμπρησμούς. Οι πάντες και τα πάντα βουτήχτηκαν στις φλόγες και στο αίμα.

Μετά απο το μακάβριο συμβάν οι ληστές έστειλαν επιστολή στον Όθωνα που έλεγε οτι εάν δεν τους δώσει την πολυπόθητη για αυτούς αμνηστία (γιατί για αυτό το σκοπό γινόντουσαν όλα) εντός δέκα ημερών, θα έκαναν παρόμοια εισβολή με εκείνη της Λειβαδιάς, στην Αθήνα. Ο Νταβέλης τόνισε στην επιστολή οτι δεν θα πήγαινε με 70 άτομα αλλά με 200. Πάλι όμως οι προτάσεις των ληστών απορρίφθηκαν και πάλι αποσπάσματα βγήκαν στο κατόπιν τους αλλα χωρίς αποτέλεσμα .

Φεύγοντας απο τη Λειβαδειά πηγαίνοντας για Παρνασσό η συμμορία εισέβαλε στη Μονή Πελαγίας όπου κατ έκλεψαν τα πάντα.
Ο Νταβέλης όμως δεν είχε ξεχάσει και εκείνο τον πάρεδρο απο το χωριό του στα Στύρα.Μια ωραία πρωία Κυριακή ήτανε, μπηκε μέσα στο χωριό συνέλαβε τον πάρεδρο και του έκοψε το κεφάλι μπροστά στα μάτια όλων.
Σαν το άγριο ζώο που γλυκαίνεται στο ανθρώπινο αίμα ο Νταβέλης και η συμμορία του διαπράττουν σφαγές ελπίζοντας ότι θα ανάγκαζαν την Κυβέρνηση να τους δώσει αμνηστία. Έτσι συνέχισαν το αιματηρό έργο τους.
Ο Νταβέλης είχε ήδη απαγάγει τα δύο παιδιά κάποιου Βουδούρη και ζητούσε 60.000 δραχμές σύν την αμνηστία. Όμως η κυβέρνηση δεν υποχωρούσε.
Πήγαιναν σε διάφορα χωριά, όπου οι ληστές είχαν να ξοφλήσουν παλιούς λογαριασμούς με τους χωρικούς και τους κατάσφαζαν. Τότε ο Νταβέλης μαζί με άντρες του διέμενε στον Ελικώνα. Σε εκείνες τις επιθέσεις ο Καλαμπαλίκης έκανε τις πιο αποτρόπαιες πράξεις εις βάρος των χωρικών, γεγονός που τον κατέστησε ως τον πιο φρικτό και
αιμοδιψή λήσταρχο της συμμορίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα όταν ξεγύμνωσε κάποιον δυστυχή ρίχνοντας πάνω του λάδι καυτό. Ήταν αυτός που έβαλε φωτιά σε ολόκληρο το χωριό Στήρσι του δήμου Θερμοπυλών. Το περίεργο είναι οτι παρα το ολοκαύτωμα οι ληστές μπήκαν σε μια εκκλησία και προσκύνησαν την εικόνα του Αγ.Ελευθερίου.
Λέγεται όμως οτι ο Καλαμπαλίκης μετάνοιωσε για αυτό που έκανε και εξαφανίστηκε ξαφνικά απο τους συντρόφους του για κάμποσο καιρό χωρίς να ξέρουν που πήγε !

Μια ακόμα σύγκρουση, έγινε στην κοιλάδα της Σούρπης όπου ο Νταβέλης και 70 ληστές περικύκλωσαν ολόκληρο απόσπασμα εξαπολύοντας ανελέητο πύρ. Πολλοί απο τους άντρες του αποσπάσματος σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν αλλα κανείς απο τους συντρόφους του Νταβέλη δεν έπαθε ούτε γρατζουνιά.

Με αυτά και άλλα η Κυβέρνηση ένιωθε τελείως αδύναμη μπροστά στους ληστές. Οι καταδιώξεις δεν ήταν μόνο μάταιες αλλα και ολέθριες για αυτούς.


Μετά απο τη μάχη στη Σούρπη η συμμορία με επικεφαλής τον Κακαράπη λήστεψε τον ταμία Μεγάρων. Την ίδια ημέρα εισέβαλλαν και στο χωριό Μπάλτσα. Εκεί πέρα απο το πλιάτσικο , υποχρεώθηκαν οι χωρικοί να συρθούν γονατιστοί μπροστά τους και να δηλώσουν υποταγή !

Η δύναμη της συμμορίας ήταν κάτι το ασαφές ποτε ενωνόταν και πότε έσπαγε .
Ο Νταβέλης είχε πάρει μια μεγάλη απόφαση.Να εισβάλλει στην Αθήνα και να πιάσει αιχμάλωτο τον υπουργό των Στρατιωτικών γιατί αυτός ήταν που έστελνε τα αποσπάσματα εναντίον του. Οταν τον ρώτησαν οι σύντροφοι του σε τι αποσκοπούσε η απαγωγή εκείνος τους απάντησε : "Ή αμνηστία θα μας δώσουν, ή εμείς θα τους δώσουμε το κεφάλι του υπουργού".
Πολύ απλά τα πράγματα.
Έμαθε απο σύντροφο του τον Στράτσο, οτι ο υπουργός των Στρατιωτικών Σμολένσκης τον οποίο είχε απο καιρό βάλει στο μάτι ο Νταβέλης, θα πήγαινε στον Πειραιά. Όμως αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν αρκετά δύσκολα. Μια συμμορία μόλις 70 ατόμων ήταν έτοιμη να συγκρουστεί με 2000 (!!!!) στρατιώτες έτοιμους να τους υποδεχθούν με λόγχες και σφαίρες. Ο Καλαμπαλίκης προσπάθησε να αλλάξει γνώμη στον Νταβέλη να μην εισβάλλουν στην Αθήνα γιατί τα αποτελέσματα θα ήταν οδυνηρά για αυτούς αλλα ο Νταβέλης επέμεινε.
Έτσι και έγινε. Λίγο πρίν το ξημέρωμα, η συμμορία εγκατέλειψε το λημέρι της και κατευθύνθηκε πρός την Αθήνα. Η συμμορία στρατοπεύδευσε επι της οδού Ερμού χωρίς να γίνει αντιληπτή απο κανένα !! Αυτό είναι κάτι το παράξενο αλλα βέβαια μιλάμε για την Αθήνα του 1850 ένα μεγάλο χωριό δηλαδή.
Ολόκληρη την ημέρα εκείνη η συμμορία έμεινε μέσα σε ένα αχυρώνα.Ύστερα ήρθε η νύχτα. Ο Νταβέλης τοποθέτησε την συμμορία στα κατάλληλα σημεία .Το ξημέρωμα δέκα άμαξες απο τα βάθη της οδού Πειραιώς άρχισαν να πλησιάζουν. Την πρώτη επίθεση πρός τους αμαξηλάτες την έκανε ο Νταβέλης ενώ αμέσως μετά έκαναν την εμφάνιση τους μέσα απο το δάσος (της οδού Πειραιώς !!!) οι υπόλοιποι με κραυγές, ουρλιαχτά και βρισιές. Ούτε ένας απο τούς επιβάτες δεν τόλμησε να αντισταθεί στους ληστές. Ούτε στο ελάχιστο. Στη θέα του ληστή μαρμάρωσαν οι πάντες απο τον τρόμο.
Ο Νταβέλης τους διέταξε να κατέβουν όλοι κάτω. Για κακή του τύχη όμως, ο υπουργός δεν βρισκόταν σε καμία άμαξα. Οργισμένος ο Νταβέλης πήρε μαζί του 27 αιχμαλώτους, όλοι άνθρωποι της υψηλής κοινωνίας τους έβαλε στις άμαξες μαζί όλοι κατευθύνθηκαν πρός το Δαφνί. Καθώς οι άμαξες πήγαιναν πρός Δαφνί, ο αμαξηλάτης σταμάτησε και είπε στον Νταβέλη οτι μπροστά τους βρισκόταν ένα Γαλλικό περίπολο. Ακολούθησε ένα ακόμα λουτρό αίματος με γιαταγάνια, λόγχες και ντουφέκια να θερίζουν κορμιά. Η συμμορία αναγκάστηκε να υποχωρήσει προς την πεδιάδα των Σεπολίων αφήνοντας αμανάτι τους ομήρους.

Το τέλος

Ο λαός λέει την παροιμία μια του κλέφτη ,δύο του κλέφτη , τρείς και η κακή του μέρα και μπορεί στην περίπτωση του Νταβέλη να άργησε αυτή η ημέρα αλλά φαίνεται οτι πλησίαζε.
Το ποτήρι ξεχείλιζε και οι πάντες θέλουν το κεφάλι του Νταβέλη.

Ο Ζαφείρης στέλεχος της συμμορίας του Νταβέλη πέφτει στα χέρια των αρχών και για να γλυτώσει το κεφάλι του , τα κελαηδάει όλα του Μέγα εκείνου του παλιόφιλου που λέγαμε και που τσακωθήκανε για τα μάτια της πανέμορφης Ιταλίδας Κόμισσας Μπανκόλι και που απο τοτε άσβεστο μίσος επικρατούσε .

Τα πράγματα στενεύουν. Τα αποσπάσματα βρίσκονται πλεόν ένα βήμα πίσω. Ο Νταβέλης νοιώθοντας την πίεση αποφασίζει να κινηθεί προς στην περιοχή της Βοιωτίας. Κάποιοι είπανε πως έλαβε γράμμα από την κόμισσα Μπανκόλι που τον καλούσε κοντά της στην Ιταλία στέλνοντας πλοιάριο να τον παραλάβει και βρίσκονταν στην περιοχή αναμένοντας το. Αλλοι πάλι ότι δέχθηκε πρόταση από κάποιον ληστή ονόματι Πανούση να κάνουν μαζί δουλειές .

Ο Νταβέλης, κατά το χρονικό διάστημα που καταδιώκονταν από τα αποσπάσματα δεν δίστασε σε κάποια στιγμή να στείλει το ακόλουθο σημείωμα στον Μοίραρχο Βακάλογλου:

••Ρε μοίραρχε,
Σαν σου βαστά, δεν έρχεσαι να παίξωμε
δύο τουφεκιές;
Νταβέλης».


Το παιγνίδι «της γάτας με το ποντίκι» μεταξύ διωκτικών αποσπασμάτων και της συμμορίας του Νταβέλη συνεχίστηκε για μερικές ημέρες ακόμη έως ότου την 12 Ιουλίου 1856 στο Ζεμενό Βοιωτίας η συμμορία περικυκλώθηκε και μάχη φοβερή ξεκίνησε.

Ο λαικός μύθος περιγράφει:

«Ο Νταβέλης που έβλεπε τα παλικάρια του να πέφτουν νεκρά το ένα πίσω απο το άλλο. Κατάλαβε οτι και το δικό του τέλος ήταν κοντά. Ζήτησε τον Μέγα σε μονομαχία .Ο Νταβέλης τότε ούρλιαξε : "Ωρέ Μέγα ! Ωρέ θρασύμι και φοβητσιάρη.Που είσαι ωρέ μπαμπέση ; Που είσαι κρυμμένος ωρέ άτιμε και δεν φαίνεσαι ;"
Ο Μέγας όρμησε να τον βρεί στον λόφο φωνάζοντας : "Νταβέλη ! Έ ωρέ Νταβέλη ! Που είσαι κρυμμένος ωρε ψευτοπαλληκαρά ;"
. Είχε έρθει επιτέλους η στιγμή που περίμεναν και οι δύο. Όταν ο Μέγας πλησίασε τον Νταβέλη έτοιμος να του ορμήσει οι χωρικοί που βοηθούσαν τα αποσπάσματα όρμησαν και αυτοί πυροβολώντας τον.Ο Νταβέλης τραυματίστηκε ελαφρά και έπεσε στο έδαφος προσποιούμενος τον νεκρό μέχρι να πάει κοντά του ο Μέγας. Ο Μέγας βλέποντας το "νεκρό" Νταβέλη πήγε να του κόψει το κεφάλι ο λήσταρχος έβγαλε την κουμπούρα φωνάζοντας "ούτε ο Νταβέλης στα βουνά ούτε και ο Μέγας στα παλάτια" και τον πυροβόλισε. Έπεσε και ο Μέγας αλλά όχι νεκρός. Έβγαλε ένα τεράστιο μαχαίρι. Το ίδιο έκανε και ο Νταβέλης και άρχισε η αιματοχυσία.Οι άλλοτε αγαπημένοι φίλοι τώρα αλληλοσφάζονταν. Το θέαμα ήταν αποτρόπαιο. Οι μαχαιριές ήταν αμέτρητες και το αίμα χυνόταν ασταμάτητα.Ο Νταβέλης έμπηξε την τελευταία μαχαιριά στο λαιμό του Μέγα. Ταυτόχρονα, ο ίδιος, πνιγμένος μέσα στο ίδιο του το αίμα και το σώμα του κατασφαγμένο δεν μπόρεσε να αντέξει άλλο και άφησε την τελευταία του πνοή.
Κατέφθασαν οι στρατιώτες οι οποίοι έγιναν μάρτυρες του πιο μακάβριου θεάματος.Ο Νταβέλης και ο Μέγας νεκροί, κατακρεουργημένοι,σχεδόν αγκαλιασμένοι ο ένας πάνω στον άλλο, μέσα σε μια τεράστια λίμνη αίματος. Οι στρατιώτες έκοψαν όλα τα κεφάλια των νεκρών ληστών και συνέλαβαν αυτούς τους ελάχιστους που επέζησαν. Και έτσι τελείωσε η μεγάλη τραγωδία. Η μάχη του Ζεμενού είχε λάβει πια τέλος..»

Εκείνο το καλοκαίρι του 1856 για πολλές ημέρες το κεφάλι του Νταβελη καρφωμένο σε ενα κοντάρι στήθηκε στην Πλατεια Συνταγματος να το βλέπει ο κόσμος.

Ο Χρηστος Νταβέλης ή Χρήστος Νάτσος πέρασε στην ιστορία। Ολα του τα παληκάρια σκοτώθηκαν στην μαχη ή αιχμαλωτίστηκαν και αργότερα οδηγήθηκαν στην κρεμάλα εκτός από τον "αποτρόπαιο Κακαράπη" (Λουκά Μπελούλια απο τό Κυριάκι Λιβαδειάς) που κανένας δεν έμαθε τι απέγινε και μέχρι και σήμερα οι κυνηγοί των θησαυρών ακολουθούν τις φήμες που λένε ότι ο Κακαράπης σώθηκε και λίγο πριν πεθάνει από βαθιά γεράματα άφησε χάρτες με τα μέρη που ο Νταβέλης έκρυβε τους θησαυρούς του।

Ο Νταβέλης στο σύντομο σχετικά χρονικό της δράσης του σημάδεψε βαθιά την ελληνική κοινωνία ιδίως στην ύπαιθρο έξω από την πόλη των Αθηνών. Πολλοί ληστές αργοτερα , σφετερίστηκαν την φήμη του και κυρίως το όνομά του και με την δράση τους μεγέθυναν την φήμη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου