Στείλαμε στην ευρωβουλή έναν ποδοσφαιριστή, ένα μοντέλο και τρεις φασίστες. Μετατρέψαμε ολόκληρους δήμους σε αρένες νονών της νύχτας, υπακούοντας στις εντολές ποδοσφαιρικών ομάδων και της εκκλησίας. Πήραμε ένα παρουσιαστή, με μυστηριώδη χρηματοδότηση και στήριξη από τους μεγαλύτερους εργολάβους και εκδότες, ο οποίος ξέπλενε για χρόνια τις αμαρτίες του υπουργείου δημόσιας τάξης (και όχι μόνο), και τον κάναμε πολιτικό του 6% – ενώ μας ορκιζόταν, σε κάθε ευκαιρία, ότι δεν έχει ούτε πρόγραμμα ούτε όραμα για το μέλλον.
Καταξιώσαμε τους ναζιστές σαν τρίτη πολιτική δύναμη στη χώρα. Δώσαμε ψήφο ανοχής στον πλέον ακροδεξιό πρωθυπουργό που έχει γνωρίσει η χώρα ενώ διασώσαμε από βέβαιη πανωλεθρία τα δυο κόμματα που επανέφεραν το εργασιακό καθεστώς του 19ου αιώνα θυσιάζοντας το 25% του ΑΕΠ και το 35% της αγοραστικής δύναμης του μέσου νοικοκυριού.
Για να μην έχουμε αυταπάτες, ένας στους δυο Έλληνες ψήφισε είτε για τη συνέχιση του μαρτυρίου του, είτε για τη μετατροπή της χώρας σε μια ακροδεξιά ή φασιστική κόλαση.
Ζώα! Ε ζώα.
Έχουν περάσει αρκετές ημέρες από το «μήνυμα της κάλπης» και ακόμη και οι πλέον ένθερμοι ψηφοφόροι της Αριστεράς δεν μπορούν να κρύψουν μια πικρή επίγευση από την ετυμηγορία του κυρίαρχου λαού. Άνθρωποι που πέρασαν τα καλύτερα χρόνια της ζωής τους μελετώντας την μαρξιστική έννοια της ψευδούς συνείδησης και τη διαδικασία παραπλάνησης του προλεταριάτου από τους μηχανισμούς προπαγάνδας του συστήματος προτιμούν τώρα να ρίξουν δυο φάσκελα στην άλλη μισή Ελλάδα.
Η Ελλάδα δεν αποτελεί φυσικά εξαίρεση ανάμεσα στα έθνη που επιλέγουν τις αλυσίδες και την ησυχία απέναντι στην ελευθερία τους. Στις ΗΠΑ οι φαρμακοβιομηχανίες, δαπανώντας εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια, έπεισαν ένα τεράστιο μέρος του πληθυσμού ότι δεν έπρεπε να δεχθεί σε καμία περίπτωση τη δωρεάν, καθολική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη που είχε υποσχεθεί προεκλογικά ο πρόεδρος Ομπάμα – στην πρώτη και τελευταία κίνηση με την οποία αμφισβητούσε ορισμένα επιχειρηματικά συμφέροντα στη χώρα του.
Χιλιάδες Αιγύπτιοι, που συμμετείχαν στη μεγαλειώδη επανάσταση της πλατείας Ταχρίρ, υποδέχτηκαν με πανηγυρισμούς την ανατροπή της πρώτης δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης από τη στρατιωτική χούντα. Και όσο πιο πίσω πας με τόσο περισσότερο αίμα ξεπλένεται η «ηλιθιότητα» των λαών – από τον ελληνικό μεγαλοϊδεατισμό της μικρασιατικής εκστρατείας μέχρι την «αυτοκτονία» του Γερμανικού έθνους, που ανέθεσε στον Χίτλερ να διασώσει την κερδοφορία της βαριάς βιομηχανίας, ο κατάλογος είναι μακρύς.
Κι’ όμως το πέρασμα από τη λογική του «εχθρού λαού» στην καταδίκη του «ηλίθιου λαού» αποτελεί την μεγαλύτερη απάτη αλλά και προδοσία στην οποία μπορεί να πέσει κανείς. Αν ο Τσε Γκεβάρα, ο υποδιοικητής Μάρκος ή ο Άρης Βελουχιώτης έπαιρναν ένα τσούρμο αμόρφωτους, θρησκόληπτους, σωβινιστές και τους έπειθαν ότι πρέπει να πολεμήσουν για ορισμένα από τα ανώτερα ιδανικά που έπλασε ο νους του ανθρώπου, στην Ελλάδα πώς δεν βρέθηκε σήμερα ένας να συνεπάρει την καλύτερα μορφωμένη γενιά που έβγαλε αυτός ο τόπος από δημιουργίας του σύγχρονου ελληνικού κράτους; Η πεποίθηση ορισμένων εξ ημών ότι έχουμε τις καλύτερες ιδέες αλλά το «λάθος λαό» για να τις εφαρμόσει δεν είναι απλώς ελιτίστικη, είναι βαθιά προδοτική.
Σημαίνει μήπως αυτό ότι αφού αναγνωρίσουμε τις ευθύνες μας ως αριστερά, γιατί αφήσαμε ένα κομμάτι του πληθυσμού να κυλήσει στο φασισμό, θα πρέπει να ανεχτούμε τους φασίστες; Όχι. Και οι ναζιστές στρατιώτες ή οι ταγματασφαλίτες της κατοχής, που έκαιγαν χωριά, βίαζαν γυναικόπαιδα και εκτελούσαν αγωνιστές δεν γεννήθηκαν φασίστες – ήταν θύματα των συνθηκών. Κάποιος όμως έπρεπε να τους σταματήσει. Ακόμη και αν αυτό σήμαινε ότι θα παρέβλεπε για λίγο τις νηφάλιες σκέψεις περί ψευδούς συνείδησης και θα τους κρέμαγε στο πλησιέστερο δέντρο.
Του Άρη Χατζηστεφάνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου