Η διατήρηση της τιμής του πετρελαίου σε επίπεδο χαμηλότερο των 80 δολαρίων το βαρέλι θα έχει σημαντικές επιπτώσεις –καλές και κακές- για πολλές χώρες, ενώ, αν υποχωρήσει ακόμα περισσότερο, οι γεωπολιτικές συνέπειες για... ορισμένες πετρελαιοπαραγωγικές χώρες θα μπορούσαν να είναι δραματικές, σύμφωνα με τον καθηγητή Οικονομικών του Harvard, Martin Feldstein.
Όπως επισημαίνει, η τιμή του πετρελαίου σε οποιαδήποτε στιγμή εξαρτάται από τις προσδοκίες των συμμετεχόντων της αγοράς αναφορικά με την μελλοντική προσφορά και ζήτηση. Ο ρόλος των προσδοκιών κάνει την πετρελαϊκή αγορά να ξεχωρίζει από τις άλλες, αφού οι παραγωγοί πετρελαίου μπορούν να κρατήσουν την παραγωγή τους εκτός αγοράς εάν θεωρήσουν ότι η τιμή του μαύρου χρυσού θα αυξηθεί αργότερα, ή μπορούν να διοχετεύσουν μεγαλύτερες ποσότητες στην αγορά αν νομίζουν πως η τιμή θα υποχωρήσει.
Οι πετρελαϊκές εταιρείες έχουν διάφορους τρόπους να παρέχουν μειωμένες ποσότητες στην αγορά, όπως για παράδειγμα να μειώνουν την παραγωγή, ή να περιορίζουν την προφορά διατηρώντας πετρελαϊκά αποθέματα σε δεξαμενόπλοια που βρίσκονται στη θάλασσα ή σε άλλες αποθηκευτικές εγκαταστάσεις. Από την άλλη, μπορούν να «ρίξουν» περισσότερο πετρέλαιο στην αγορά είτε αυξάνοντας την παραγωγή τους ή μειώνοντας τα αποθέματά τους.
Οι προσδοκίες της αγοράς που αντανακλώνται στις σημερινές τιμές, συνεχίζει ο Feldstein, δείχνουν χαμηλότερη μελλοντική ζήτηση και αυξημένη προσφορά: χαμηλότερη ζήτηση λόγω της τρέχουσας αδυναμίας της οικονομικής δραστηριότητας κυρίως σε Ευρώπη και Κίνα, αλλά και λόγω των μακροπρόθεσμων αλλαγών στην τεχνολογία που θα αυξήσουν την αποδοτικότητα των καυσίμων των οχημάτων και θα φέρουν τη χρήση της ηλιακής ενέργειας και άλλων ενεργειακών πηγών εκτός πετρελαίου. Αυξημένη προσφορά, λόγω των νέων ποσοτήτων πετρελαίου που παράγονται μέσω του fracking και της πρόσφατης απόφασης του Μεξικό να επιτρέψει σε ξένες εταιρείες να αναπτύξουν τις ενεργειακές πηγές της χώρας.
Η σημερινή τιμή του πετρελαίου συνδέεται επίσης με τις αναμενόμενες μελλοντικές αυξήσεις επιτοκίων. Τα χαμηλά επιτόκια ενθαρρύνουν τους παραγωγούς να μειώσουν την παραγωγή τους, όταν όμως τα επιτόκια αυξηθούν θα είναι προτιμότερο να αυξήσουν την προσφορά πετρελαίου και να επενδύσουν τα έσοδα με υψηλότερα επιτόκια.
Έτσι, εκτός και αν οι προσδοκίες αναφορικά με τα θεμελιώδη της μελλοντικής προσφοράς και ζήτησης μεταβληθούν, η άνοδος των επιτοκίων θα οδηγήσει σε περαιτέρω πτώση της τιμής του πετρελαίου.
Οι κερδισμένοι, οι χαμένοι και οι γεωπολιτικές επιπτώσεις
Σύμφωνα με τον Feldstein, οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου αποτελούν «καλό νέο» για την αμερικανική οικονομία, διότι υποδηλώνουν υψηλότερα πραγματικά εισοδήματα για τους αμερικανούς καταναλωτές. Παράλληλα, ενισχύουν τη συνολική ζήτηση στην Ευρώπη, την Ασία και άλλες περιοχές που εισάγουν πετρέλαιο.
Αντιθέτως, στους «μεγάλους χαμένους» των μειωμένων τιμών του μαύρου χρυσού συγκαταλέγονται αρκετές χώρες που δεν έχουν φιλικές σχέσεις με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, όπως η Βενεζουέλα, το Ιράν και η Ρωσία. Οι χώρες αυτές εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τα πετρελαϊκά τους έσοδα, τα οποία στηρίζουν τις κρατικές δαπάνες. Ακόμα και στα 75-80 δολάρια το βαρέλι, οι κυβερνήσεις αυτές θα δυσκολευτούν πολύ να χρηματοδοτήσουν τα λαϊκιστικά προγράμματά τους, τα οποία χρειάζονται προκειμένου να διατηρήσουν τη λαϊκή στήριξη.
Αν και η Σαουδική Αραβία και αρκετές από τις χώρες του Κόλπου είναι μεγάλοι εξαγωγείς πετρελαίου, ωστόσο διαφέρουν από άλλους παραγωγούς για δυο σημαντικούς λόγους: πρώτον, το κόστος εξόρυξης πετρελαίου τους είναι εξαιρετικά χαμηλό, το οποίο σημαίνει ότι μπορούν να παράγουν με κέρδος στις τρέχουσες ή και σε πολύ χαμηλότερες τιμές. Δεύτερον, τα τεράστια οικονομικά αποθέματά τους, τους δίνουν τη δυνατότητα να χρηματοδοτούν τις εγχώριες και διεθνείς δραστηριότητές τους για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο, καθώς προσπαθούν να αλλάξουν τις οικονομίες τους ώστε να μειώσουν την εξάρτησή τους από τα πετρελαϊκά έσοδα.
Η όποια περαιτέρω υποχώρηση της τιμής του πετρελαίου θα μπορούσε να έχει σημαντικό γεωπολιτικό αντίκτυπο. Μια τιμή στα 60 δολάρια το βαρέλι θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα ιδιαίτερα για τη Ρωσία, καθώς ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν θα μπορούσε πλέον να συντηρήσει τα προγράμματα μεταφοράς κεφαλαίων που τώρα συντηρούν την λαϊκή στήριξη προς το πρόσωπό του. Παρόμοιες θα ήταν οι επιπτώσεις για το Ιράν και τη Βενεζουέλα.
Δεν είναι ξεκάθαρο αν τα σημερινά καθεστώτα των χωρών αυτών θα μπορούσαν να επιβιώσουν στην περίπτωση μιας μεγάλης και παρατεταμένης μελλοντικής μείωσης των τιμών του πετρελαίου. Αντιθέτως, οι χώρες που εισάγουν πετρέλαιο θα είναι –όπως ήδη είναι- οι μεγάλοι κερδισμένοι.
Όπως επισημαίνει, η τιμή του πετρελαίου σε οποιαδήποτε στιγμή εξαρτάται από τις προσδοκίες των συμμετεχόντων της αγοράς αναφορικά με την μελλοντική προσφορά και ζήτηση. Ο ρόλος των προσδοκιών κάνει την πετρελαϊκή αγορά να ξεχωρίζει από τις άλλες, αφού οι παραγωγοί πετρελαίου μπορούν να κρατήσουν την παραγωγή τους εκτός αγοράς εάν θεωρήσουν ότι η τιμή του μαύρου χρυσού θα αυξηθεί αργότερα, ή μπορούν να διοχετεύσουν μεγαλύτερες ποσότητες στην αγορά αν νομίζουν πως η τιμή θα υποχωρήσει.
Οι πετρελαϊκές εταιρείες έχουν διάφορους τρόπους να παρέχουν μειωμένες ποσότητες στην αγορά, όπως για παράδειγμα να μειώνουν την παραγωγή, ή να περιορίζουν την προφορά διατηρώντας πετρελαϊκά αποθέματα σε δεξαμενόπλοια που βρίσκονται στη θάλασσα ή σε άλλες αποθηκευτικές εγκαταστάσεις. Από την άλλη, μπορούν να «ρίξουν» περισσότερο πετρέλαιο στην αγορά είτε αυξάνοντας την παραγωγή τους ή μειώνοντας τα αποθέματά τους.
Οι προσδοκίες της αγοράς που αντανακλώνται στις σημερινές τιμές, συνεχίζει ο Feldstein, δείχνουν χαμηλότερη μελλοντική ζήτηση και αυξημένη προσφορά: χαμηλότερη ζήτηση λόγω της τρέχουσας αδυναμίας της οικονομικής δραστηριότητας κυρίως σε Ευρώπη και Κίνα, αλλά και λόγω των μακροπρόθεσμων αλλαγών στην τεχνολογία που θα αυξήσουν την αποδοτικότητα των καυσίμων των οχημάτων και θα φέρουν τη χρήση της ηλιακής ενέργειας και άλλων ενεργειακών πηγών εκτός πετρελαίου. Αυξημένη προσφορά, λόγω των νέων ποσοτήτων πετρελαίου που παράγονται μέσω του fracking και της πρόσφατης απόφασης του Μεξικό να επιτρέψει σε ξένες εταιρείες να αναπτύξουν τις ενεργειακές πηγές της χώρας.
Η σημερινή τιμή του πετρελαίου συνδέεται επίσης με τις αναμενόμενες μελλοντικές αυξήσεις επιτοκίων. Τα χαμηλά επιτόκια ενθαρρύνουν τους παραγωγούς να μειώσουν την παραγωγή τους, όταν όμως τα επιτόκια αυξηθούν θα είναι προτιμότερο να αυξήσουν την προσφορά πετρελαίου και να επενδύσουν τα έσοδα με υψηλότερα επιτόκια.
Έτσι, εκτός και αν οι προσδοκίες αναφορικά με τα θεμελιώδη της μελλοντικής προσφοράς και ζήτησης μεταβληθούν, η άνοδος των επιτοκίων θα οδηγήσει σε περαιτέρω πτώση της τιμής του πετρελαίου.
Οι κερδισμένοι, οι χαμένοι και οι γεωπολιτικές επιπτώσεις
Σύμφωνα με τον Feldstein, οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου αποτελούν «καλό νέο» για την αμερικανική οικονομία, διότι υποδηλώνουν υψηλότερα πραγματικά εισοδήματα για τους αμερικανούς καταναλωτές. Παράλληλα, ενισχύουν τη συνολική ζήτηση στην Ευρώπη, την Ασία και άλλες περιοχές που εισάγουν πετρέλαιο.
Αντιθέτως, στους «μεγάλους χαμένους» των μειωμένων τιμών του μαύρου χρυσού συγκαταλέγονται αρκετές χώρες που δεν έχουν φιλικές σχέσεις με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, όπως η Βενεζουέλα, το Ιράν και η Ρωσία. Οι χώρες αυτές εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τα πετρελαϊκά τους έσοδα, τα οποία στηρίζουν τις κρατικές δαπάνες. Ακόμα και στα 75-80 δολάρια το βαρέλι, οι κυβερνήσεις αυτές θα δυσκολευτούν πολύ να χρηματοδοτήσουν τα λαϊκιστικά προγράμματά τους, τα οποία χρειάζονται προκειμένου να διατηρήσουν τη λαϊκή στήριξη.
Αν και η Σαουδική Αραβία και αρκετές από τις χώρες του Κόλπου είναι μεγάλοι εξαγωγείς πετρελαίου, ωστόσο διαφέρουν από άλλους παραγωγούς για δυο σημαντικούς λόγους: πρώτον, το κόστος εξόρυξης πετρελαίου τους είναι εξαιρετικά χαμηλό, το οποίο σημαίνει ότι μπορούν να παράγουν με κέρδος στις τρέχουσες ή και σε πολύ χαμηλότερες τιμές. Δεύτερον, τα τεράστια οικονομικά αποθέματά τους, τους δίνουν τη δυνατότητα να χρηματοδοτούν τις εγχώριες και διεθνείς δραστηριότητές τους για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο, καθώς προσπαθούν να αλλάξουν τις οικονομίες τους ώστε να μειώσουν την εξάρτησή τους από τα πετρελαϊκά έσοδα.
Η όποια περαιτέρω υποχώρηση της τιμής του πετρελαίου θα μπορούσε να έχει σημαντικό γεωπολιτικό αντίκτυπο. Μια τιμή στα 60 δολάρια το βαρέλι θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα ιδιαίτερα για τη Ρωσία, καθώς ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν θα μπορούσε πλέον να συντηρήσει τα προγράμματα μεταφοράς κεφαλαίων που τώρα συντηρούν την λαϊκή στήριξη προς το πρόσωπό του. Παρόμοιες θα ήταν οι επιπτώσεις για το Ιράν και τη Βενεζουέλα.
Δεν είναι ξεκάθαρο αν τα σημερινά καθεστώτα των χωρών αυτών θα μπορούσαν να επιβιώσουν στην περίπτωση μιας μεγάλης και παρατεταμένης μελλοντικής μείωσης των τιμών του πετρελαίου. Αντιθέτως, οι χώρες που εισάγουν πετρέλαιο θα είναι –όπως ήδη είναι- οι μεγάλοι κερδισμένοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου