Πέμπτη 21 Απριλίου 2011

Κάτι θυμωμένοι καραβανάδες του 51’

Ήταν το τελευταίο ανοιξιάτικό πρωινό του 1951, 31 Μαΐου έγραφε το ημερολόγιο. Λίγο πριν τις οκτώ το πρωί. Η Αθήνα, φαινομενικά ήσυχη. Το ραδιόφωνο βγάζει μια περίεργη ανακοίνωση: “Λόγω πληροφοριών περί ενδεχομένης διασαλεύσεως της τάξεως υπό αναρχικών στοιχείων ελήφθησαν την πρωίαν σήμερον ωρισμένα μέτρα..”. Ο Ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών έλεγε ψέματα όσο δεν πήγαινε!

Νωρίς τα ξημερώματα όλα τα ζωτικά κτήρια για την άμυνα της χώρας είχαν καταληφθεί αστραπιαία όχι βέβαια από αναρχικά στοιχεία αλλά από μια κλίκα ανώτερων δεξιούλικων αξιωματικών. Επαναλαμβάνω μιλάω για το 1951’ όχι για το 1967’. Ήταν η εποχή που η πλειοψηφία των στρατιωτικών λάτρευε τον κομμουνιστοφάγο στρατάρχη Αλέξανδρο Παπάγο, τον αγαπημένο των Αμερικανών. Τον άνθρωπο που έφτιαξε πολυτελείς παρακαλώ κατοικίες στα βόρεια προάστια για εκατοντάδες αξιωματικούς, ξεπηδώντας έτσι ο δήμος Παπάγου. Όταν λοιπόν έμαθαν οι εν λόγω στρατιωτικοί ότι ο αγαπημένος τους παραιτείται από τη στραταρχική θέση πέσαν να πεθάνουν. Έτσι μια αράδα από εκνευρισμένους ταξιάρχους και συνταγματάρχες συγκεντρώνονται στο μεγαθήριο που σήμερα ψωνίζουμε μάρκες στα attica στη Πανεπιστημίου.  Τότε ήταν Μετοχικό Ταμείο Στρατού. Εκεί λοιπόν αποφάσισαν να φέρουν τον Παπάγο πίσω τιμωρώντας αυτούς που ήθελαν να πετάξουν το σωτήρα τους εκτός στρατεύματος. Κυβέρνηση και  Στρατιωτική Ηγεσία δεν μπορούσαν να τους κάνουν με τίποτα καλά. Ο στρατός είναι ανεξέλεγκτος. 

Ξάφνου σκάει μύτη ο Παπάγος μπροστά στους κινηματίες: «Διαλυθείτε, πίσω στους στρατώνες σας, Παπάγος speaking». Αυτό ήταν. Ο Παπάγος έβαλε στη θέση τους αυτούς που τον λάτρευαν..περίεργα πράγματα.  Και έπειτα βγήκε η ανακοίνωση στο ραδιόφωνο για κουκούλωμα. Δύο τα σενάρια:  ή πρόκειται για στρατόκαβλους δεξιούς του 50’ που προχώρησαν χωρίς να ρωτήσουν ούτε τον ίδιο τον Παπάγο ή το σκηνοθέτησε ο ίδιος για επίδειξη δύναμης στους πολιτικούς του αντιπάλους του τύπου «καθίστε καλά γιατί μόνο εγώ τους ελέγχω». Ό,τι και να συνέβαινε, εκείνοι οι ταξίαρχοι έβαλαν την ουρά στα σκέλια και φύγει φύγει. Εφόσον μίλησε ο γκουρού του στρατιωτικού κατεστημένου τελείωσε! Και δω αρχίζουν τα δύσκολα. Οι ταξίαρχοι καλά τα λένε αλλά δεν ρώτησαν τους λοχαγούς! «Είπαμε να κάνουμε μια δουλειά και σείς άντε μη..» κάπως έτσι σκέφτονταν οι τελευταίοι. Ανάμεσά τους ήταν και ένας δραστήριος Πελοποννήσιος ταγματάρχης ο Γιώργος Παπαδόπουλος, ένα «ανήσυχο» πνεύμα. Προερχόμενοι, ο Γιώργος και οι φίλοι του, από φτωχές οικογένειες και χωρίς «κονέ» πάσχιζαν να ανελιχθούν μέσω μιας τέτοιας ανατρεπτικής κίνησης. Και πάνω εκεί τους τα χάλασαν οι βολεψάκηδες ανώτεροί τους. Τα νεύρα εκείνων των αμούστακων στρατιωτικών είχαν χτυπήσει κόκκινο. Ήταν πιο δεξιοί και από τους δεξιούς, πιο βασιλικοί και από το βασιλιά, πιο αντικομμουνιστές και από τον αμερικανό ΥΠΕΞ!

Αυτοί οι εκνευρισμένοι κατώτεροι καραβανάδες κάτω από τη μύτη των «απο πάνω» άρχισαν να λειτουργούν συνωμοτικά. Θα έπαιρναν τη κατάσταση στα χέρια τους. Βέβαια γύρω στα 1957 ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού(ΓΕΣ) Νικολόπουλος τους πήρε χαμπάρι και ρίχνει σύρμα στον πρωθυπουργό Καραμανλή..τον «εθνάρχη μας». «Κάνε κάτι, και γω δεξιός είμαι αλλά τούτοι δω δεν παίζονται θα μας φάνε». Το αποτέλεσμα:  Ο αρχηγός ΓΕΣ έχασε τη θέση του και οι τσατισμένοι αξιωματικοί ανέβαιναν και ανέβαιναν και ανέβαιναν.. Γεώργιος Παπαδόπουλος στέλεχος ΚΥΠ, Μακαρέζος, Ρουφογάλης, Πατίλης, Χατζηπέτρος, όλοι θρονιάστηκαν στο γραφείο του Αρχηγού του ΓΕΣ, ενώ ο Καρύδας ήταν διευθυντής του κλιμακίου της ΚΥΠ βορείου Ελλάδος και ο Ιωαννίδης μέσα σε όλα. Οι χθεσινοί ανίσχυροι αξιωματικοί μπορούσαν μετά από χρόνια να τοποθετούν στις διοικήσεις των μονάδων δικά τους πρόσωπα ενώ οι ανώτεροί τους στρατηγοί κοιμόντουσαν.

Την άνοιξη του 1967, 16 χρόνια μετά το κίνημα του 1951, οι λοχαγοί του χθες γίνανε ταξίαρχοι και δεσμευτήκαν να μην αποτύχουν πάλι. Το πρωινό της 21ης Απριλίου πιασαν τους στρατηγούς χωρίς τα μετάλλια αλλά με τις πυτζάμες και τους πολιτικούς στον ύπνο. Έναν ύπνο που ξεκίνησε με τον εμφύλιο (με συντηρητικούς υπολογισμούς..), επαληθεύτηκε το 1967 και απ' ότι βλέπουμε συνεχίζεται μέχρι σήμερα.



Του Βαγγέλη Γεωργίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου