Σάββατο 28 Μαΐου 2011

Πολίτικη Κουζίνα

Διαβάζοντας το παρακάτω απόσπασμα από το βιβλίο της Σούλας Μπόζη «Πολίτικη Κουζίνα», μου ήρθε αμέσως στο μυαλό πόσο δίκιο έχει ο ΓΑΠ που επιμένει τόσο πολύ για το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.
Ευτυχώς όπως διαβάζω η αρχή έγινε και επαγγέλματα  όπως του αργυραμοιβού - γομωτή -πυροδότη - φύλακα κατασχεμένου πλοίου κ.α. ανοίγουν και έτσι παλιοέλληνες μπορούμε να ατενίζουμε με αισιοδοξία το μέλλων . 



Οι πλανόδιοι μπογατσατζήδες και οι πλανόδιοι τζιερτζήδες (αυτοί που πουλούσαν συκωταριές) ήταν πάντα Αλβανοί ή Ηπειρώτες.
Οι πλανόδιοι πωλητές τηγανητού συκωτιού ήταν συνήθως Ηπειρώτες, Σαφραμπολίτες, Καππαδόκες, Αλβανοί, Ρωμιοί και Αρμένιοι. 
Μέσα σε μια γυάλινη πιατέλα με καπάκι είχαν μπουκιές από τηγανητό συκώτι γαρνιρισμένες με ψιλοκομμένο μαϊντανό και κρεμμύδι (το αρναούτ-τζιερί). Στην άκρη της πιατέλας είχαν φασόλι πιάζ. 
Σε ένα καλάθι φύλαγαν τέταρτα από καρβέλι. Σύμφωνα με την παραγγελία, άνοιγαν το ψωμί στη μέση και το γέμιζαν, όπως το σάντουιτς.
Κάποιοι άλλοι πλανόδιοι πωλητές κουβαλούσαν μέσα σε πανέρια ή ταψιά (και πουλούσαν) λαδερά ντολμαδάκια γιαλαντζί, μύδια ή σκουμπριά γεμιστά, που τα έφτιαχναν οι ίδιοι.
Οι πλανόδιοι μπουρεκτζήδες και τυροπιτάδες κατάγονταν από τη Σαφράμπολη. 
Οι πλανόδιοι κανταϊφτζήδες ήταν από την ευρύτερη περιοχή της Κασταμονής.
Οι πλανόδιοι μάγειρες τηγανητής παλαμίδας είχαν τα στέκια τους σε βάρκες που στεγάζονταν στις δύο πλευρές της Γέφυρας του Γαλατά. 
Οι πλανόδιοι πωλητές τουρσιών κυκλοφορούσαν με τα βαρέλια στην πλάτη, κρατώντας στα χέρια άσπρα εμαγιέ δοχεία με λάχανο, αγγουράκι, ντομάτα, μελιτζανάκι και πιπεριές τουρσί. 
Οι πλανόδιοι πωλητές πιλαφιού γαρνιρισμένου με ρεβίθι, όπως και οι πλανόδιοι κεφτετζήδες, με τα τηγανητά κεφτεδάκια, εκτελούσαν χρέη υπαίθριου μαγειρείου στα εμπορικά κέντρα και στις λαϊκές αγορές.
Από τους πλανόδιους πωλητές είναι και ο γαλατάς με τα γυαλιστέρα «γκιούμια» του, ένα μεγάλο και ένα μικρό, που προμήθευε με γάλα τις νοικοκυρές. Ακολουθούσε ο μανάβης με το άλογο ή το γαϊδουράκι του φορτωμένο δεξιά-ζερβά με ποικιλία λαχανικών μέσα σε κοφίνια. 
Οι πλανόδιοι γιαουρτάδες τριγυρνούσαν τις γειτονιές κουδουνίζοντας ένα μικρό καμπανάκι, ενώ είχαν κρεμασμένα δύο τεράστια ταψιά με γιαούρτι Σηλυβρίας, μα παχύ καϊμάκι σ’ ένα κοντάρι περασμένο στους ώμους.
Οι πλανόδιοι ψωμάδες, Αρμένιοι οι περισσότεροι, πουλούσαν καρβέλια και άσπρες χάσικες φραντζόλες μέσα σε κοφίνια και αργότερα σε τσίγκινα ντουλάπια, φορτωμένα σε άλογα ή μουλάρια. 
Οι Χιώτες πλανόδιοι ψωμάδες, στις αρχές του 20ου αιώνα, πουλούσαν μικρές φραντζόλες μπίρας προς 20 παράδες.
Αμέτρητοι πλανόδιοι πωλητές αλώνιζαν αδιάκοπα τις γειτονιές της Πόλης: οι χαλβατζήδες, οι στραγαλάδες, οι σερμπετζήδες, οι παγωτατζήδες (ντοντουρματζήδες), οι σαλεπιτζήδες, οι ασουρετζήδες, οι μποζατζήδες, οι σιρατζήδες, οι ματζουντζήδες (καραμελάδες), οι παγοπώλες, οι γιαουρτάδες, οι αυγουλάδες, οι καϊμακτζήδες, οι γαλατάδες, οι πωλητές φύλλου κρούστας, οι κουλουράδες, οι πωλητές βρασμένων καλαμποκιών, οι πλανόδιοι φρουτάδες και ζαρζαβατζήδες (λαχανοπώλες) με την πραμάτεια φορτωμένη σε άλογο ή γαϊδουράκι, οι ραδικούδες με ραδίκια, γούβες, ζοχούς, μολόχες, λάπατα, μαστίχες κ.ά.
Το Σεπτέμβρη εμφανίζονταν οι πωλητές σταφυλιών, φορτωμένοι με τεράστιες κούφες στολισμένες με κληματόφυλλα, διαλαλώντας τα αρωματικά ροζακιά, τα τσαούσια και τα γιαπιντζάκια. 
Το καλοκαίρι, ίσως οι ίδιοι πωλητές, κουβαλώντας ξύλινες ολοστρόγγυλες τάβλες στολισμένες με αμπελόφυλλα, διαλαλούσαν τα μελάτα σύκα από τα Καβάκια του Βοσπόρου ή τα μελένια μαύρα και άσπρα μούρα, προσελκύοντας γύρω τους ένα σμήνος από μέλισσες.
Γραφικό θέαμα παρουσίαζαν αυτοί που πουλούσαν σάλιαγκες, αραδιασμένους σε ξύλινους ταβλάδες, καθώς προσπαθούσαν κάθε τόσο να περιμαζέψουν τους… δραπέτες.
Ανάμεσα στις αξέχαστες παιδικές μνήμες της δεκαετίας του 1950 είναι και κάποιοι άλλοι πωλητές που την άνοιξη –το Μάη- περνούσαν από τις γειτονιές του Πέραν, κρατώντας πανέρια, όπου φύλαγαν, μέσα σε καρό πετσέτες, τα ευωδιαστά τριαντάφυλλα. 
Θυμάμαι την ανησυχία της μητέρας μη τυχόν και προσπεράσουν. 
Αν είναι δυνατόν να μην προλάβει να φτιάξει και φέτος τριαντάφυλλο γλυκό του κουταλιού, στο χρώμα του ρουμπινιού! Έπειτα ακολουθούσαν οι πωλητές με τα καλάθια γεμάτα πράσινα άγουρα συκαλάκια, τα οποία αγόραζαν ανά εκατό –αυτή ήταν η δόση για ένα κιλό ζάχαρη- οι επιτήδειες Πολίτισσες. 
Και πάνω απ’ όλα η μοσχομυρωδάτη μεγαρευμιώτικη φράουλα μέσα σε ειδικά καλαθάκια, μακρόστενα με ψηλό χεράκι. Αυτή τη φράουλα την περίμεναν πώς και πώς οι νοικοκυρές, μα και ολόκληρη η οικογένεια.
Παραλίγο να ξεχάσουμε το βύσσινο –«το αφιλότιμο, με το που φαίνεται, χάνεται»- για το γλυκό του κουταλιού, τη δροσιστική βυσσινάδα για τα καλοκαιρινά απογεύματα και το σπιτικό λικέρ με κανέλα και γαρίφαλα για τις χειμωνιάτικες βεγγέρες.

αποσπάσματα από το βιβλίο της ΣΟΥΛΑΣ ΜΠΟΖΗ “ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ”
Εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου