Οι Αθηναίοι ανεβαίνουν στην Έκθεση βασικά για να πηδήξουν। Αναφέρομαι πρωτίστως στους έχοντες σχέση με την εξουσία και τον κρατικό μηχανισμό, διότι υπάρχουν πολλοί μικροί ή μεσαίοι επιχειρηματίες που έρχονται μπας και καταφέρουν να κάνουν καμιά πώληση και διασώσουν τη δουλειά τους। Αυτοί ξημεροβραδιάζονται στο περίπτερο τους, μένουν σε ξενοδοχεία εκτός κέντρου, τρώνε φθηνά (αλλά καλά διότι εδώ ξέρουν από φαγητό, στην Αθήνα δεν ξέρουμε) και γενικώς απέχουν του γκλαμουράτου πανηγυριού των κρατικοδίαιτων.
Οι Αθηναίοι-στελέχη λοιπόν που ανηφορίζουν κάθε χρόνο (από μια ηλικία και πέρα με τις τσέπες γεμάτες βιάγκρα και σιάλις), συντηρούν τον Αθηναϊκό μύθο της ερωτικής Θεσσαλονίκης. Διότι η Θεσσαλονίκη είναι πράγματι ερωτική, αλλά πριν και μετά τα εγκαίνια της ΔΕΘ. Η απόβαση των «πρωτευουσιάνων» δεν συμβάλλει στον ερωτισμό της πόλης, τουναντίον του δίνει μία μπαλταδιά κατακέφαλα και τον ξαπλώνει χάμω. Ούτως ή άλλως, οι «Αθηναίοι» έχουν πάθει εσωτερική καταστροφή από τη χρόνια τριβή τους με το ψυχοφθόρο τέρας στο οποίο κατοικούν. Αλλά κι ό,τι έχει απομείνει από τον ερωτισμό τους, συνθλίβεται αυτό το τριήμερο από το άγχος απόδειξης του μύθου που έχουν στο κεφάλι τους κι από την στοχοπροσήλωση τους. Διότι θέλουν οι αθεόφοβοι, να τα κάνουν όλα μέσα σ’ αυτές τις τρεις μέρες. Να τη βρουν, να τη βγάλουν έξω, να την πείσουν, να ολοκληρώσουν παντοιοτρόπως τον έρωτα τους μαζί της και να γυρίσουν στην Αθήνα χωρίς πρόβλημα. Γίνεται; Αμ δε. Μπορεί ο Θεός να έφτιαξε ολόκληρο σύμπαν σε επτά ημέρες, αλλά αυτός ήταν Θεός και το σύμπαν δεν ήταν Θεσσαλονικιά.
Καθότι εδώ αναφύεται ένα ακόμα θεμελιώδες πρόβλημα. Δεν ξέρω αν οι Θεσσαλονικιές και οι βορειοελλαδίτισες συμπαθούν γενικώς τους Αθηναίους, είναι όμως πασίγνωστο ότι αντιπαθούν σφόδρα τους Αθηναίους του τριημέρου της ΔΕΘ. Και δικαίως. Επιφυλάσσουν για τον εαυτό τους καλύτερη μοίρα από την ερωτική επιβεβαίωση των φυλακισμένων λιγούρηδων της Αττικής, κατά τη διάρκεια της ετήσιας τριήμερης άδειας που παίρνουν από τις γυναίκες τους. Τούτου δοθέντος, όπου τους πετύχουν αλλάζουν πεζοδρόμιο, αν δεν έχουν ήδη φύγει για Χαλκιδική από την Παρασκευή. Οπότε, που βρίσκεται ο Αθηναϊκός μύθος της ερωτικής Θεσσαλονίκης; Και πού καταλήγουμε;
Καταλήγουμε στο αυτονόητο. Αφού την πρώτη χρονιά ψάξουν ματαίως και επιστρέψουν εις τας Αθήνας με το ανικανοποίητο πτηνόν ανά χείρας, τη δεύτερη χρονιά φροντίζουν να ανέβουν εφοδιασμένοι. Φέρνουν μαζί τους τις γκόμενες τους. Γραμματίνες, συνδικαλιστίνες, δημοσιογραφίνες, λογιστίνες, στελεχίνες και διάφορες παρόμοιες –ίνες, οι οποίες με θαυμαστό τρόπο τακτοποιούνται στο διπλανό δωμάτιο του προϊσταμένου ή του συναδέλφου τους, με τον οποίον είχαν μια εντελώς ανεπαίσθητη γνωριμία και ίσα που έλεγαν ένα «γεια» στην Αθήνα. Συναντιούνται τυχαία στην καφετέρια, τυχαία στο μπαρ, τυχαία στο γκλάμουρ εστιατόριο, τυχαία παίρνουν το βράδυ τα κλειδιά τους από τη ρεσεψιόν με διαφορά πέντε λεπτών, τυχαία ξαναμπαίνουν την επομένη στην αίθουσα του πρωινού πάλι με διαφορά πέντε λεπτών και γενικώς περνούν «κατά τύχη» πολύ ωραία, χωρίς να τους ελέγχει κανείς.
Καβάλα παν στην εκκλησιά, καβάλα προσκυνάνε। Καλά κάνουν οι άνθρωποι. Δε μου πέφτει λόγος, εγώ δεν είμαι παρά ένας κυνικός παρατηρητής. Στο κάτω-κάτω της γραφής, το λεγόμενο κέρατο είναι μηχανισμός εκτόνωσης των προβλημάτων του γάμου, ως εκ’ τούτου μηχανισμός εις την υπηρεσίαν της μακροημερεύσεως του ιερού αυτού θεσμού. Αλλά να έχουμε και επίγνωση της πραγματικότητας. Να ξέρουμε ποιοι έχουν το όνομα και ποιοι τη χάρη, βρε αδερφέ. Διότι πιο πολύ από τους ψαράδες και τους κυνηγούς που στο διάβα τους σαρώνουν στρατιές αγριογούρουνων και κοπάδια ροφών, μού τη δίνουν οι Αθηναίοι της ΔΕΘ που στην επέλαση τους δεν άφησαν Θεσσαλονικιά δίχως να της χαρίσουν δώδεκα δωδεκάδες επαναλαμβανόμενους οργασμούς μέσα σ’ ένα διήμερο. Ψεύτες παιδί μου, ψεύτες με περικεφαλαία…
Μπορεί κατά τη διάρκεια της ΔΕΘ οι δεκοχτούρες να φεύγουν κρώζοντας απ’ τα περβάζια των παραθύρων των ξενοδοχείων μ’ αυτά που βλέπουν να γίνονται μέσα, πλην δεν τις τρομάζουν τα αγκομαχητά από κυρίες της βορείου Ελλάδος। Με λάμβδα νοτιοελλαδίτικο είναι τα μουρμουρητά και τα αναστενάγματα. Μπορεί αυτές τις μέρες το αντρικό σπέρμα και τα γυναικεία υγρά να ρέουν απ’ τα μπαλκόνια της Θεσσαλονίκης, όλος αυτός ο υγρός πλούτος όμως είναι παραγωγής Αθηνών. Από την Αθήνα κουβαλάνε τη μιζέρια τους και μ’ αυτήν συνουσιάζονται. Η ταλαίπωρη η Θεσσαλονίκη μετατρέπεται αυτό το τριήμερο σε ξενοδοχείο ημέρας της πρωτεύουσας. Και στα ξενοδοχεία ημιπαραμονής, υπάρχει πολύ σεξ, αλλά ελάχιστος ερωτισμός. Γι’ αυτό, προϋπόθεση να ξαναγίνει ερωτική η Θεσσαλονίκη, είναι να ξεκουμπιστούν τα λογής-λογής στελέχη, πολιτικοί, συνδικαλιστές, δημοσιογράφοι και εμπειρογνώμονες, για να επιστρέψουν στην γεμάτη κυτταρίτιδα αγκαλιά των αγαπημένων συζύγων τους. Μόνο όταν αποχωρήσει αυτός ο συρφετός, ο Θερμαϊκός αναστενάζει ανακουφισμένος και ο ορίζοντας ξαναγίνεται σαγηνευτικός…
Του Δ. Καμπουράκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου