Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010

Περί μαρξισμού και άλλων δαιμονίων


Από το βιβλίο του με τίτλο «Οι λαοί της Ευρώπης», επέλεξα κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα μέσω των οποίων ο Β.Ραφαηλίδης εξετάζει την συνδεσμολογία, τις πρακτικές και τον τρόπο σκέψης της Αριστεράς και δεν διστάζει, όντας μαρξιστής ο ίδιος, να κατακρίνει τον λαϊκισμό που διακρίνει πολύ συχνά τα κομμουνιστικά κόμματα και αναλύει έξοχα την προς τα κάτω ισότητα που υπήρχε στις χώρες του τέως ανατολικού μπλοκ. Ισότητα που ήταν ίδια με αυτή των φυλακισμένων: οι φυλακισμένοι είναι ίσοι, έχουν εξασφαλισμένη τροφή και κατοικία και κανένας δεν είναι ανώτερος του άλλου… Όλα αυτά όμως μέσα σε ένα πλαίσιο ανελευθερίας και περιορισμών.

...Ο συνδικαλισμός δεν είναι παρά συντεχνιασμός, πράγμα που εξηγεί μεταξύ άλλων και την πλήρη περιφρόνηση των απεργών για όλους τους άλλους εργαζόμενους, άλλων κλάδων, που δεν απεργούν.
Κι όταν οι απεργοί δυσκολεύουν τη ζωή όχι μόνο των εργοδοτών τους αλλά όλου του κόσμου, όχι μόνο δεν έχουν ίχνος εργατικής συνείδησης, αλλά είναι και οι δυνάμει οπαδοί του φασισμού, ενός κοινωνικού κινήματος που πρωτοεμφανίζεται στην Ιταλία το 1920. Άλλωστε, ο Μουσολίνι θα ονομάσει το κράτος του συντεχνιακό, όχι φασιστικό (φασιστικό ήταν το κόμμα του) και θα υποστηρίξει φανατικά τις συντεχνίες, όχι τα συνδικάτα, επιδιώκοντας με αυτόν τον τρόπο τον περιορισμό των διεκδικήσεων στα στενά όρια της συντεχνίας. Που διαφέρει από το συνδικάτο γιατί αρνείται να συνεργαστεί με άλλα σωματεία εργαζομένων και προασπίζει τα συμφέροντά της αδιαφορώντας για τα συμφέροντα όλων των άλλων εργαζομένων.
O λαϊκισμός, δηλαδή η μεταφυσική πίστη στην αξία και τις ικανότητες της «λαϊκής ψυχής», που όλα τα μπορεί και όλα τα καταλαβαίνει δι’εποιφητήσεως, είναι στυφό φρούτο των ρώσων ναρότνικων (λαϊκών) της προοκτωβριανής περιόδου. Τούτη η αντίληψη για τον αυθόρμητο σοσιαλισμό επιβιώνει μέχρι τις μέρες μας, ιδιαίτερα εδώ στην Ελλάδα, όπου ένα μεγάλο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, προέκυψε με μια έντεχνη εκμετάλλευση της παμπάλαιης ναρότνικης άποψης πως ο σοσιαλισμός είναι πρόβλημα σοσιαλιστικής ψυχής και όχι σοσιαλιστικού μυαλού (σ.331).

[…] ο κλασσικός μαρξισμός πρεσβεύει πως η εργατική τάξη, εξαιτίας της αγραμματοσύνης και κυρίως της εξάντλησης μέσα από μια εργασία απάνθρωπη , δεν παράγει ιδεολογία. Η σοσιαλιστική ιδεολογία εισάγεται σε αυτήν από τα προοδευτικά στρώματα της αστικής τάξης, από ανθρώπους που έχουν την ευχέρεια να μελετήσουν και να καταλάβουν και που είναι διατεθειμένοι να βάλουν τη γνώση τους και τις ικανότητές τους στην υπηρεσία της εργατικής τάξης, κι έτσι να υπηρετήσουν συμφέροντα που δεν είναι τα (ταξικά) δικά τους.
Ο εργατισμός (ουβριερισμός), που είναι κάτι ανάλογο με τον λαϊκισμό των ναρότνικων, ήταν πάντα ξένος προς τον μαρξισμό.
Οι εργάτες δεν είναι μια απόλυτη, μεταφυσική αξία. Άλλωστε, δύσκολα από «τάξη καθεαυτή» γίνεται «τάξη για τον εαυτό της» αποχτώντας ταξική συνείδηση, όπως θα πει ο Λούκατς. Αν όλοι οι εργαζόμενοι καταλάβαιναν το συμφέρον τους , ο σοσιαλισμός θα επιβαλλόταν με τον πιο άνετο τρόπο: με εκλογές. Η εργατική τάξη άγεται και φέρεται από δημαγωγούς και συχνά από αριστερούς δημαγωγούς, που δεν είναι παρά αριστεροί γραφειοκράτες, που νοιάζονται περισσότερο για το προσωπικό τους, παρά για το εργατικό συμφέρον (σσ.332-3).

Ο Μαρξ ήταν διανοούμενος, δεν ήταν εργάτης. Ο Ένγκελς ήταν διανοούμενος, δεν ήταν εργάτης. Ο Λένιν ήταν διανοούμενος, δεν ήταν εργάτης. Κι όσοι από τους εργαζόμενους ακολούθησαν ή ακολουθούν τον μαρξισμό, εκτός απ΄την εργατική τους δύναμη πρέπει να διαθέτουν επιπροσθέτως τόσο την αναγκαία γνώση όσο και το απαραίτητο ήθος. Αλλιώς, για την κομμουνιστική κοινωνία θα εργάζονται υποτίθεται, αλλά στο νου τους θα έχουν μονίμως το βόλεμα, το αραλίκι, τη μάσα και την κλοπή, σαν τους ρώσους κομματικούς γραφειοκράτες, που παρίσταναν τους κομμουνιστές, ίσα ίσα για να ρημάξουν εκτός από τους ρώσους εργάτες και το παγκόσμιο εργατικό κίνημα (σ.342).

... Η αντικατάσταση στην εξουσία των πλούσιων από τους φτωχούς, που πολύ θα ήθελαν να είναι αυτοί οι πλούσιοι, δεν είναι σοσιαλισμός, είναι χυδαίος λαϊκισμός. Και ο λαϊκισμός είναι η μήτρα του φασισμού.
Το πρόβλημα στο σοσιαλισμό δεν είναι να φαν οι φτωχοί, αλλά να μην υπάρχουν φτωχοί και τώρα και στο μέλλον και πάντα. Ο σοσιαλισμός είναι η υπέρτατη μορφή ανθρωπισμού, δεν είναι πρόσκαιρο βόλεμα των αναξιοπαθούντων. Το πρόσκαιρο βόλεμα των αναξιοπαθούντων είναι φιλανθρωπία, που έχει βέβαια το νόημά της και την αξία της, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συγχέεται με τον ανθρωπισμό εξαιτίας της κοινής, και στους δύο όρους, λέξης άνθρωπος. Όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης, ο ανθρωπισμός είναι έννοια γένους σε σχέση με τη φιλανθρωπία που είναι έννοια είδους: ο ανθρωπισμός εμπεριέχει και γεννά τη φιλανθρωπία. Που ωστόσο παραμένει έννοια πολύ στενή σε σχέση με τον ανθρωπισμό. Η φιλανθρωπία είναι μια προσωρινή λύση εν αναμονή της μόνιμης, που καθοδηγείται από την άνευ όρων αγάπη για όλους τους ανθρώπους, και τον άνευ όρων σεβασμό όλων των ανθρώπων. Ο μαρξισμός νοούμενος σαν ανθρωπισμός είναι χριστιανισμός χωρίς μεταφυσική(σσ.333-4).

[…] ο μαρξισμός επηρέασε περισσότερο τα εργατικά κινήματα της Δύσης, όπου δεν εφαρμόστηκε, παρά τα «εργατικά» καθεστώτα της Ανατολής, όπου εφαρμόστηκε στρεβλά. Ωστόσο, δεν θα επηρέαζε ίσως ούτε τη Δύση αν δεν γινόταν η κολοσσιαίας σημασίας για την παγκόσμια ιστορία οχτωβριανή επανάσταση (σ.341).

Σε συνθήκες ελλείψεως αγαθών αρκετών για όλους, ο κομμουνισμός είναι απολύτως αδύνατος, εκτός κι αν πείσουμε όλους να καταναλώνουν λιγότερο από όσο έχουν συνηθίσει σε συνθήκες ισότητας, ώστε όλοι να καταναλώνουν τα ίδια. Και επειδή αυτό είναι αδύνατο χωρίς καταναγκασμό, και επειδή καταναγκασμός και σοσιαλισμός δεν συμβιβάζονται σε καμία περίπτωση, ο κομουνισμός, δηλαδή η τέλεια δημοκρατία, που παραμένει ιδανικό, θα γίνει δυνατός μόνο αν η παραγωγικότητα και η παραγωγή αυξηθούν τόσο, που τα προϊόντα να επαρκούν για όλους.
Κι αν δεν επαρκούν, να μην είναι τόσο λίγα, που η ισότητα να πραγματώνεται προς τα κάτω και όχι προς τα πάνω.
Αν όλοι γίνουμε φτωχότεροι από τον σημερινό μέσο όρο, ο κομμουνισμός χάνει το νόημά του και τρέπεται σε ποβερισμό (φτωχεϊσμό), όπως λέμε ένα είδος λατρείας της φτώχειας, κατάλληλης ίσως για τα χριστιανικά μοναστήρια, αλλά εντελώς ακατάλληλης για μια κοινωνία ευπρεπών ανθρώπων.
(Κάποιοι που νομίζουν πως είναι κομουνιστές και που πολύ θα ήθελαν να μας δουν όλους φτωχούς και εξισωμένους προς τα κάτω, ούτε καν υποπτεύονται, πως όχι μόνο κατάλληλοι για κομμουνιστές δεν είναι, αλλά ούτε καν στο Άγιο Όρος δεν θα γίνονταν δεκτοί) (σ.363).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου