Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2010

Αγορεύσεις του Ελ. Βενιζέλου περί ελληνισμού και ορθοδοξίας


Από το βιβλίο του Μανώλη Βασιλάκη "η μάστιγα του Θεού"

Τις άγνωστες, έως σήμερα, απόψεις του Ελευθέριου Βενιζέλου για τα μείζονα θέματα που θέτει η εκκλησία επέλεξε ο συγγραφέας Μ. Βασιλάκης να παραθέσει, αντί προλόγου, στο βιβλίο.

Πηγή του συγγραφέα είναι τα «Εστενογραφημένα Πρακτικά της Β΄ Συντακτικής των Κρητών Συνελεύσεως, Συνεδριάσεις Οκτωβρίου-Νοεμβρίου 1906 και ιδιαίτερα εκείνη της 28ης Οκτωβρίου.

Ο πληρεξούσιος Σφακίων Ι. Λεκανίδης είχε προτείνει στο πρώτο άρθρο του Συντάγματος να τεθεί ότι «επίσημος θρησκεία» είναι η Ανατολική Ορθόδοξη, εκτοξεύοντας την κατηγορία ότι το σχέδιο διαπνέεται από υλισμό και θρησκευτική αδιαφορία ή και εχθρότητα προς την Εκκλησία.

Η πρότασή του υποστηρίχθηκε με ενθουσιασμό από πολλούς πληρεξουσίους, με κυρίαρχο επιχείρημα την ευγνωμοσύνη προς την «Κιβωτό».

Παραθέτουμε στη συνέχεια αποσπάσματα από τις αλλεπάλληλες παρεμβάσεις του Ελ. Βενιζέλου.

«Μας είπον, κύριοι πληρεξούσιοι, ότι το Σύνταγμα το διαπνέει πνεύμα υλισμού.
Η κατηγορία θα ήτο δικαιοτέρα αν ο αξιότιμος βουλευτής Σφακίων έλεγεν ότι το Σύνταγμα δεν μεριμνά περί ουδενός άλλου παρά μόνον περί των εγκοσμίων, διότι πραγματικώς μόνον περί των εγκοσμίων εμεριμνήσαμεν, ενομίζομεν δε ότι μόνον περί των εγκοσμίων εκαλούμεθα να μεριμνήσωμεν ενομίσαμεν, κύριοι πληρεξούσιοι, ότι η εντολή, την οποίαν μας εδώκατε, ήτο να παρουσιάσωμεν σχέδιον πολιτικού Συντάγματος».

Στην ερώτηση πληρεξουσίου:
«Και τι ζημιοί η λέξις επικρατούσα θρησκεία;»
ο Βενιζέλος απήντησε:
«Και τι προσθέτει;»
ενώ στην ανταπάντηση:
«Δεν βλάπτει τίποτε. Και διά λόγους ευγνωμοσύνης να την θέσωμεν»,

ο Βενιζέλος ήταν σαρκαστικός:
«Διά λόγους ευγνωμοσύνης; Δεν κάμνομεν εν ψήφισμα ευγνωμοσύνης και ευχαριστιών προς την Κιβωτόν, η οποία διέσωσε τον εθνισμόν ημών. Εάν θέλετε δι’ αυτόν τον λόγον, είναι ευκολώτατον».
Και αναρωτήθηκε:
«Θέλω λοιπόν να μάθω τι είναι αυτή η επικράτησις, κύριοι πληρεξούσιοι; Τι θέλει να είπη ότι εν Κρήτη επικρατούσα Εκκλησία είναι η Ορθόδοξος Ανατολική;».

Στην απάντηση του προέδρου ότι εννοείται «κατά τον αριθμόν επικρατούσα»,

ο Βενιζέλος απήντησε:
«Α! Φυσικά! Εάν λοιπόν η σημασία του πράγματος ήνε αυτή και δεν είναι καμμία άλλη παρ’ αυτή, την οποίαν εβεβαίωσεν ο κ. Πρόεδρος έχει την θέσιν της, σας παρακαλώ, η αναγραφή εν τω Συντάγματι στατιστικών πληροφοριών;».

Παρενέβη άλλος πληρεξούσιος υποστηρίζοντας ότι «Ημείς από σεβασμόν μόνον το ζητούμεν»,
για να σαρκάσει εκ νέου ο Ελ. Βενιζέλος: «Εγώ προτείνω, κύριε Καλοειδά, εάν θέλητε, διακόπτοντες την συνεδρίασιν να μεταβώμεν όλοι οι Χριστιανοί εις τον καθεδρικόν ναόν να κάμωμεν μίαν δοξολογίαν, και να προσκυνήσωμεν την Αγίαν του Χριστού Εκκλησίαν, η οποία έσωσε τον Ελληνισμόν εν ημέραις πονηραίς!... Ηξεύρω και εγώ να είπω από τοιαύτα! (Γέλωτες)».
Ο Ελ. Βενιζέλος στη συνέχεια επανέλαβε αρκετές φορές ότι η επιτροπή δέχεται επικρίσεις διότι «δεν ανεγράψαμεν αυτήν την στατιστικήν πληροφορίαν εις το Σύνταγμα», επιμένοντας να χαρακτηρίζει ως «στατιστική πληροφορία» την αναγραφή της θρησκείας. (Άλλωστε και το Σύνταγμα του 1899, του οποίου ήταν βασικός εισηγητής, δεν περιείχε διάταξη περί επικρατούσης θρησκείας, ενώ το άρθρο 10 εγγυόταν ότι «έκαστος είναι ελεύθερος να πρεσβεύη οιονδήποτε θρήσκευμα προτιμά»).

Το μαστίγωμα από τον Βενιζέλο συνεχίσθηκε με την επανάληψη της θέσης του για ελευθεροθρησκεία: «Φοβούμαι, κύριοι πληρεξούσιοι, μήπως εγγίσητε ουχί απλώς εν τω [συνταγματικώ] χάρτη, αλλ’ εν ταις συνειδήσεσιν την ανεξιθρησκείαν και την ελευθεροθρησκείαν, ίνα είπω ακριβέστερον», χαρακτηρίζοντας την ελευθεροθρησκεία ως «στοιχειώδη διάταξιν της ελευθερίας της συνειδήσεως», για να ρωτήσει τους πληρεξουσίους: «διατί δεν αρκείσθε εις την τελείαν αναγραφήν του δικαιώματος της ελευθεροθρησκείας, αλλά θέλητε να παρεμβάλητε έκφρασιν [σ.σ.: επίσημος ή επικρατούσα θρησκεία] δυναμένην να παρεξηγηθή;».

Στα περί «ελληνοχριστιανισμού»,ο Βενιζέλος απάντησε:
«H ελευθεροθρησκεία είναι αρετή ιδιάζουσα κατ’ εξοχήν εις το Ελληνικόν Έθνος. αλλ’ έχω να διαμαρτυρηθώ κατά της αντιλήψεως ότι ο Ελληνισμός ταυτίζεται προς την έννοιαν της Ορθοδοξίας, ο Ελληνισμός προϋπήρξεν αιώνας όλους πριν ή εμφανισθή ο Χριστός κομίζων το Ευαγγέλιον της σωτηρίας. Η έννοια λοιπόν του Ελληνισμού δεν δύναται ποτέ να ταυτισθή με την έννοιαν της Ορθοδοξίας».

Αναφερόμενος δε στην ρήση του πληρεξουσίου Σφακίων, ότι «ο Ελληνισμός δεν δύναται να νοηθή άνευ Ορθοδοξίας», ο Βενιζέλος συνέχισε το μαστίγωμα αυτών των απόψεων:

«Κατά της αντιλήψεως αυτής διαμαρτύρομαι. Είπον ότι ο Ελληνισμός υπήρξεν αιώνας όλους προ του Xριστιανισμού και προσθέτω ακόμη ότι η λαμπρότερα περίοδος του ελληνικού πολιτισμού είναι ατυχώς η αρχαιοτέρα. Ο Eλληνισμός, ο καταυγάζων δι’ ανεσπέρου φωτός και ημάς τους νάνους απογόνους, δεν είναι ο πρόσφατος, δεν είναι ο Xριστιανικός Eλληνισμός, αλλ’ είναι ο Eλληνισμός των εθνικών χρόνων. Λοιπόν, η έννοια του Ελληνισμού δεν δύναται ποτέ να ταυτισθή προς την έννοια της Ορθοδοξίας, και θα προσθέσω μάλιστα ότι αν γίνη παραδεκτή η θεωρία αυτή (εφ’ όσον δεν είναι ορθόδοξος ένας άνθρωπος, δεν είναι δυνατόν να είναι Έλλην), τότε βεβαίως όσοι ευρίσκονται εις την Eλλάδα, εάν πιστεύουν άλλην θρησκείαν, τότε αυτοί δεν είναι Έλληνες.

Δεν δύναμαι λοιπόν να εννοήσω πώς άνδρες κατ’ εξοχήν φιλελεύθεροι, είναι δυνατόν να πιστεύουν τας δύο αυτάς εννοίας και να σας λέγουν ότι η έννοια του Eλληνισμού ταυτίζεται προς την έννοιαν της Ορθοδοξίας, ενώ δεν υπάρχουν ίσως δυστυχώς δύο τόσον αντίθετοι προς αλλήλας όσον είναι σήμερον η έννοια του Eλληνισμού προς το επικρατούν μέρος της Ορθοδοξίας.».


«Πώς δύνασθε να παραγνωρίζητε το γεγονός αυτό, και να έρχησθε εδώ, επαναλαμβάνω, ταράττοντες την θρησκευτικήν συνείδησιν των πολλών, να ισχυρίζεσθε ότι η έννοια του Ελληνισμού ταυτίζεται προς την έννοιαν της Ορθοδοξίας;

Αλλά πώς, κύριοι πληρεξούσιοι, παραγνωρίζομεν ότι η ανακήρυξις τοιούτωνδογμάτων περιορίζει το μέγα όνειρον του Ελληνισμού, πώς δεν αναγνωρίζομεν ότι το εθνικόν μέλλον το συντρίβομεν, καθ’ ην στιγμήν ερχόμεθα να ανακηρύξωμεν ότι εις τους κόλπους του Ελληνισμού δεν δύνανται να χωρήσουν παρά οι πρεσβεύοντες το Ορθόδοξον Ανατολικόν δόγμα;

Ποίος δεν γνωρίζει ότι, αν ταχέως ή βραδέως πρόκειται να πληρωθώσι τα εθνικά μας όνειρα, εις την Ελλάδα του μέλλοντος πρόκειται να περιλαμβάνωνται αλλόθρησκοι και αλλόδοξοι πληθυσμοί;

Πώς δεν εννοείτε ότι κεφαλαιώδες συμφέρον του Ελληνισμού είναι να διακηρύξη ότι η έννοια αυτού είναι τόσον ευρεία και τόσον άσχετος προς τα θρησκευτικά δόγματα, ώστε εις την έννοιαν αυτήν δύναται να χωρήσωσι όχι μόνον οι πρεσβεύοντες τα του Χριστού δόγματα, αλλά και οι πρεσβεύοντες τα δόγματα πάσης άλλης γνωστής ή αγνώστου θρησκείας;».

Και ένα μήνα αργότερα υπογράμμισε:
«Αφ’ ετέρου, κύριοι, είμαι βέβαιος ότι η ανάπτυξις του πολιτισμού, η επερχομένη οσημέραι συνείδησις όλων των πολιτισμένων λαών, ότι τα πράγματα του κόσμου αυτού πρέπει να ρυθμίζωνται ασχέτως όλως διόλου προς τας πεποιθήσεις τας θρησκευτικάς, τας οποίας έχει έκαστος εκ των πολιτών, και η καθ’ ημέραν μείζων σπουδαιότης των κοινωνικών ζητημάτων, η οποία καταλαμβάνει ολόκληρον τον πεπολιτισμένον κόσμον, θα φέρη ταχέως μετά δεκαετηρίδας τινάς, έστω εν ανάγκη και μετά εκατονταετηρίδα, εις το σημείον, ώστε και παρ’ ημίν να νοηθή, ότι ο εθνισμός δεν δύναται να συγχυσθεί παντάπασι προς την θρησκείαν» (25.11.1906).

Αυτά κυρίες και κύριοι τον Νοέμβριο του 1906, 104 χρόνια πριν από το σήμερα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου