Όλοι μαδάνε τη μαργαρίτα της αναδιάρθρωσης -θα γίνει, δεν θα γίνει, θα γίνει, δεν θα γίνει, αλλά το δίλημμα δεν περιέχει ούτε ίχνος αγάπης, ούτε σπέρμα επιθυμίας, ούτε καν μια στοιχειώδη αγωνία για το πώς θα ελαχιστοποιηθεί το κόστος της καταστροφής που επιβάλλεται ως λύση στην κοινωνία. Και, καθώς μαδάνε αυτή την ειδικών προδιαγραφών μαργαρίτα, αναρωτιέται κανείς τι είδους μαγιάτικο στεφάνι θα πλέξουν μεθαύριο και τι θα κρεμάσουν στο μαγιόξυλο; Spreads, CDS, επιτόκια, ομόλογα, έντοκα γραμμάτια, παράγωγα κι όλα τα άνθη του κακού;
ΔΙΟΤΙ, το μαγιόξυλο, σύμφωνα με την καπιταλιστική παράδοση των τελευταίων τριών αιώνων, είναι το μόνο που απομένει για τον κόσμο της εργασίας – όλα τα άνθη και οι καρποί που προκύπτουν απ’ αυτούς θερίζονται άπληστα από τον κόσμο του πλούτου. Και ναι μεν η εργατική τάξη πάει στον παράδεισο, αλλά προηγουμένως πρέπει να περάσει απ’ την κόλαση, είτε αυτή έχει την όψη της απόλυτης στέρησης είτε παίρνει τη μορφή της επίπλαστης και προσωρινής ευημερίας, σκληρά τιμωρούμενης στις περιόδους κρίσης, όπως αυτή που ζει ο κόσμος της Δύσης σήμερα ως κρίση κρατικού χρέους.
ΠΗΓΑΙΝΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΙΣΩ, στις Πρωτομαγιές του μακρινού παρελθόντος, στην Πρωτομαγιά του Σικάγο ή στην εποχή της βικτοριανής Αγγλίας, όταν το προλεταριάτο διεκδικούσε απλώς όρους επιβίωσης στο θαύμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης κι εκείνου του πρώτου μεγάλου κύματος παγκοσμιοποίησης, αναρωτιέται κανείς αν αυτά που περιγράφηκαν με μελανά χρώματα ως άγος του καπιταλισμού -η παιδική εργασία, οι καθημερινοί θάνατοι στις στοές των ορυχείων, τα ατέλειωτα ωράρια μπροστά στις μηχανές, η απίστευτη σκληρότητα των εργοδοτών, η αστυνομική βία εις βάρος όσων τολμούσαν να σηκώσουν κεφάλι, η άγρια καταστολή των απεργιακών κινημάτων, η απαγόρευση των συνδικάτων- ήταν μια απόκλιση, μια εξαίρεση από τον κανόνα της «καπιταλιστικής νομιμότητας». Ή μήπως η εξαίρεση είναι αυτό που έζησε και απόλαυσε ως κοινωνικό κράτος ο κόσμος της εργασίας κατά τα μεταπολεμικά χρόνια της «κεϊνσιανής συναίνεσης». Σύμφωνα με την οποία ένας μικρός, ελεγχόμενος βαθμός ανακατανομής του πλούτου υπέρ των ασθενέστερων, ένα ελάχιστο δικαιωμάτων, αμοιβής, ασφάλισης πρόνοιας για τον κόσμο της εργασίας και ένα σταθερό πλαίσιο κοινωνικής διαπραγμάτευσης για τον μισθό, το ωράριο εργασίας, την ασφάλεια απέναντι στην ανεργία και στα γηρατειά ήταν απαραίτητα για την αναπαραγωγή του καπιταλιστικού συστήματος.
ΚΑΙ, ΠΡΑΓΜΑΤΙ, για τις τέσσερις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες η συνταγή φάνηκε να δικαιώνει τους εμπνευστές της. Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και τα εξίσου υψηλά ποσοστά κέρδους αποτέλεσαν τεκμήρια ότι ο καπιταλισμός καταστάλαξε πια στη φυσική του κατάσταση, βρήκε τη χρυσή ισορροπία στον βαθμό ικανοποίησης που προσέφερε σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους.
ΉΤΑΝ, ΛΟΙΠΟΝ, η εξαίρεση ή ο κανόνας η «κεϊνσιανή παρένθεση» που κατέστησε τις Πρωτομαγιές των μεταπολεμικών γενιών ανοιξιάτικους περιπάτους για τον Μάη και το μαγιόξυλο; Μπορούμε να βρούμε την απάντηση και σε όσα συντελούνται γύρω μας, στις μέρες μας στις γονατισμένες από την κρίση οικονομίες της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Θαρρεί κανείς ότι ο καπιταλισμός βρήκε στο χρέος το ιδεώδες πρόσχημα για να πάρει μια ιστορική ρεβάνς και να βάλει την «κεϊνσιανή συναίνεση» στο αρχείο της Ιστορίας.
Πετάει τα φτιασίδια και τα ψιμύθια και επικεντρώνεται στην ουσία: συρρίκνωση του κόστους εργασίας, απορρύθμιση της απασχόλησης, περιστολή κοινωνικού κράτους, ιδιωτικοποίηση κάθε εκδοχής δημόσιου αγαθού. Και, φυσικά, τέτοιου είδους ταξικές επιλογές είναι αδύνατο να αφήσουν ανεπηρέαστη τη δημοκρατία. Τα δημοκρατικά δικαιώματα, που αποτέλεσαν φυσικό συμπλήρωμα της επέκτασης του κοινωνικού κράτους, γίνονται το επόμενο θύμα, όπως καταδεικνύει η πανσπερμία νομοθετημάτων που προωθούνται σε ΗΠΑ και Ευρώπη κατά των συνδικάτων και του δικαιώματός τους να οργανώσουν μια στοιχειώδη άμυνα για τον κόσμο της εργασίας. Βρίσκουν και τα κάνουν, βέβαια, αφού η «παράδοση» εκμαυλισμού και εξαρτήσεων (εργοδοτικών ή κρατικών) στέρησε από τα συνδικάτα το τεκμήριο της αυτονομίας και τα απαξίωσε στα μάτια της κοινωνίας. Αλλά αυτό δεν καταργεί τον ταξικό και αντιδημοκρατικό χαρακτήρα της πάση θυσία συντριβής και ηθικής εξόντωσής τους (τι πιο χαρακτηριστικό από την περίπτωση της ΓΕΝΟΠ;).
ΑΛΛΑ, ΚΑΙ ΠΑΛΙ, η ευκολία με την οποία επιλέγεται ποιος θα πληρώσει την κρίση χρέους, ο δογματισμός των συνταγών που εκφράζουν πολιτικές τύπου «Σύμφωνο για το ευρώ» και οι «υποσχέσεις» για δεκαετίες μονομερούς λιτότητας που θα απαιτήσει η αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας των οικονομιών της Ε.Ε. εξακολουθούν και κρύβονται πίσω από το «έκτακτο» και το «εξαιρετικό» της κατάστασης. Επιχειρούν να πείσουν ότι, ακόμη κι αν χρειαστεί η θυσία μιας ολόκληρης γενιάς, με ακρωτηριασμένα δικαιώματα και εξευτελιστικό κόστος εργασίας, αυτό θα αποτελεί μια εξαίρεση, μια απόκλιση, μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ένα αναπόφευκτο καθαρτήριο πριν από την επιστροφή στον καπιταλιστικό παράδεισο.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑ ΚΡΑΥΓΑΛΕΟ, ξεδιάντροπο ψέμα σ’ αυτόν τον ισχυρισμό. Υπάρχει μια προκλητική αποσιώπηση των λεπτομερειών, των υποσημειώσεων της μεταπολεμικής ευημερίας στις μητροπόλεις του καπιταλισμού. Μπορεί το «θηρίο» να συμπεριφερόταν σαν άκακο αρνί στις ΗΠΑ ή στην Ευρώπη, αλλά στις εκτός έδρας εξορμήσεις του δεν έκανε καμιά προσπάθεια να κρύψει τα αιμοβόρα ένστικτά του. Μπορεί οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί εργαζόμενοι να απολάμβαναν ένα αξιοπρεπές επίπεδο μισθών, παροχών και δικαιωμάτων, αλλά ήταν οι ίδιοι οι εργοδότες τους που στις επενδυτικές εξορμήσεις τους στην Ασία, στην Αφρική, στη Λατινική Αμερική επεδίωκαν κι εξασφάλιζαν τις πιο απάνθρωπες, τις πιο άγριες και ληστρικές συνθήκες εκμετάλλευσης της εργασίας. Η «κεϊνσιανή συναίνεση» στην Ευρώπη έβρισκε το αποκρουστικό alter ego της στην αποικιακού τύπου καπιταλιστική επέκταση σε όλες τις ηπείρους. Ο καπιταλισμός ξανάβρισκε τη «φύση» του στις χώρες όπου ο αυταρχισμός, οι στρατιωτικές δικτατορίες, η καταστολή, η απουσία εργασιακών δικαιωμάτων, τα ημερομίσθια πείνας, η παιδική εργασία, η ευτελής αξία της ανθρώπινης ζωής αποτελούσαν «ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα» για τα μικρά και μεγάλα αναπτυξιακά «θαύματα» που συντελούνταν στην καπιταλιστική περιφέρεια. Άλλωστε, τι πιο χαρακτηριστικό από την εντός απείρων εισαγωγικών «κομμουνιστική» Κίνα, που αποτέλεσε επενδυτικό Ελντοράντο για τη Δύση ακριβώς χάρη σ’ αυτά τα «πλεονεκτήματα»; Και τι ακόμη πιο χαρακτηριστικό από την κοινωνική έκρηξη στις χώρες του Μαγκρέμπ, που εκφράζει υπόρρητα την προσπάθεια να απεξαρτηθούν οι αραβικές κοινωνίες από τους πολιτικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς όρους αποικιακής εκμετάλλευσης που επέβαλε ή ανέχτηκε η καθωσπρέπει δημοκρατική Δύση;
ΕΠΟΜΕΝΩΣ, οι Πρωτομαγιές του παρόντος και του μέλλοντός μας επιστρέφουν αναπόφευκτα στα fundamentals, που λένε και οι απόφοιτοι του London School of Economics, είτε πήραν το πτυχίο με το σπαθί τους είτε το εξαγόρασαν σαν τον υιό Καντάφι. Επιστρέφουν στο Σικάγο, στη βικτοριανή Αγγλία, στην Αμερική της φυλετικής εκμετάλλευσης όχι μόνο γιατί τα μέχρι χθες αυτονόητα – το οκτάωρο, η προστασία της απασχόλησης, η αμοιβή της εργασίας, η πρόνοια, το κοινωνικό κράτος- αναιρούνται ως βαρίδια της «ανταγωνιστικότητας». Αλλά γιατί ο καπιταλισμός επιστρέφει στον αυταρχικό, απάνθρωπο, καταστροφικό πυρήνα της φύσης του, που στην ουσία δεν απεμπόλησε ποτέ. Αντιθέτως, έπειτα από τρεις δεκαετίες νεοφιλελεύθερης διαπαιδαγώγησης του πολιτικού προσωπικού και της επιστημονικής γραφειοκρατίας, έχει καταφέρει να αναγάγει αυτή τη φύση σε καταθλιπτικό μονόλογο, άκαμπτο δογματισμό της πλειοψηφίας των πολιτικών διαμεσολαβητών και όσων διαχειρίζονται τους όρους αναπαραγωγής του. Δηλαδή, των συστημάτων εξουσίας -σοσιαλδημοκρατικής, συντηρητικής ή ακροδεξιάς εκδοχής- που φλερτάρουν επικίνδυνα με την ιδέα, αν και όποτε χρειαστεί, ν’ απαλλαγούν ακόμη και από την περιττή πατίνα της δημοκρατίας. Μερικές φορές καθίσταται κι αυτή ανταγωνιστικό μειονέκτημα…
ΩΣ ΕΚ ΤΟΥΤΟΥ, για τον κόσμο της εργασίας, πράγματα που μέχρι πρότινος θεωρούνταν «πασέ», «ντεμοντέ» και γραφικότητες θα αποκτήσουν πιθανότατα μια νέα αίγλη, ίσως με άλλες μορφές. Οι Πρωτομαγιές του μέλλοντός μας επιφυλάσσουν κάποιο νέο Σικάγο, θερμούς Μάηδες, ολάνθιστα μαγιάτικα στεφάνια και, φυσικά, το μαγιόξυλο. Το οποίο, πέρα από τον παγανιστικό, φαλλικό συμβολισμό του, είναι και χρήσιμο ως αμυντικό όπλο. Για ν’ ανοίγει κεφάλια, για παράδειγμα...
Του ΚΙΜΠΙ
ΔΙΟΤΙ, το μαγιόξυλο, σύμφωνα με την καπιταλιστική παράδοση των τελευταίων τριών αιώνων, είναι το μόνο που απομένει για τον κόσμο της εργασίας – όλα τα άνθη και οι καρποί που προκύπτουν απ’ αυτούς θερίζονται άπληστα από τον κόσμο του πλούτου. Και ναι μεν η εργατική τάξη πάει στον παράδεισο, αλλά προηγουμένως πρέπει να περάσει απ’ την κόλαση, είτε αυτή έχει την όψη της απόλυτης στέρησης είτε παίρνει τη μορφή της επίπλαστης και προσωρινής ευημερίας, σκληρά τιμωρούμενης στις περιόδους κρίσης, όπως αυτή που ζει ο κόσμος της Δύσης σήμερα ως κρίση κρατικού χρέους.
ΠΗΓΑΙΝΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΙΣΩ, στις Πρωτομαγιές του μακρινού παρελθόντος, στην Πρωτομαγιά του Σικάγο ή στην εποχή της βικτοριανής Αγγλίας, όταν το προλεταριάτο διεκδικούσε απλώς όρους επιβίωσης στο θαύμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης κι εκείνου του πρώτου μεγάλου κύματος παγκοσμιοποίησης, αναρωτιέται κανείς αν αυτά που περιγράφηκαν με μελανά χρώματα ως άγος του καπιταλισμού -η παιδική εργασία, οι καθημερινοί θάνατοι στις στοές των ορυχείων, τα ατέλειωτα ωράρια μπροστά στις μηχανές, η απίστευτη σκληρότητα των εργοδοτών, η αστυνομική βία εις βάρος όσων τολμούσαν να σηκώσουν κεφάλι, η άγρια καταστολή των απεργιακών κινημάτων, η απαγόρευση των συνδικάτων- ήταν μια απόκλιση, μια εξαίρεση από τον κανόνα της «καπιταλιστικής νομιμότητας». Ή μήπως η εξαίρεση είναι αυτό που έζησε και απόλαυσε ως κοινωνικό κράτος ο κόσμος της εργασίας κατά τα μεταπολεμικά χρόνια της «κεϊνσιανής συναίνεσης». Σύμφωνα με την οποία ένας μικρός, ελεγχόμενος βαθμός ανακατανομής του πλούτου υπέρ των ασθενέστερων, ένα ελάχιστο δικαιωμάτων, αμοιβής, ασφάλισης πρόνοιας για τον κόσμο της εργασίας και ένα σταθερό πλαίσιο κοινωνικής διαπραγμάτευσης για τον μισθό, το ωράριο εργασίας, την ασφάλεια απέναντι στην ανεργία και στα γηρατειά ήταν απαραίτητα για την αναπαραγωγή του καπιταλιστικού συστήματος.
ΚΑΙ, ΠΡΑΓΜΑΤΙ, για τις τέσσερις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες η συνταγή φάνηκε να δικαιώνει τους εμπνευστές της. Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και τα εξίσου υψηλά ποσοστά κέρδους αποτέλεσαν τεκμήρια ότι ο καπιταλισμός καταστάλαξε πια στη φυσική του κατάσταση, βρήκε τη χρυσή ισορροπία στον βαθμό ικανοποίησης που προσέφερε σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους.
ΉΤΑΝ, ΛΟΙΠΟΝ, η εξαίρεση ή ο κανόνας η «κεϊνσιανή παρένθεση» που κατέστησε τις Πρωτομαγιές των μεταπολεμικών γενιών ανοιξιάτικους περιπάτους για τον Μάη και το μαγιόξυλο; Μπορούμε να βρούμε την απάντηση και σε όσα συντελούνται γύρω μας, στις μέρες μας στις γονατισμένες από την κρίση οικονομίες της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Θαρρεί κανείς ότι ο καπιταλισμός βρήκε στο χρέος το ιδεώδες πρόσχημα για να πάρει μια ιστορική ρεβάνς και να βάλει την «κεϊνσιανή συναίνεση» στο αρχείο της Ιστορίας.
Πετάει τα φτιασίδια και τα ψιμύθια και επικεντρώνεται στην ουσία: συρρίκνωση του κόστους εργασίας, απορρύθμιση της απασχόλησης, περιστολή κοινωνικού κράτους, ιδιωτικοποίηση κάθε εκδοχής δημόσιου αγαθού. Και, φυσικά, τέτοιου είδους ταξικές επιλογές είναι αδύνατο να αφήσουν ανεπηρέαστη τη δημοκρατία. Τα δημοκρατικά δικαιώματα, που αποτέλεσαν φυσικό συμπλήρωμα της επέκτασης του κοινωνικού κράτους, γίνονται το επόμενο θύμα, όπως καταδεικνύει η πανσπερμία νομοθετημάτων που προωθούνται σε ΗΠΑ και Ευρώπη κατά των συνδικάτων και του δικαιώματός τους να οργανώσουν μια στοιχειώδη άμυνα για τον κόσμο της εργασίας. Βρίσκουν και τα κάνουν, βέβαια, αφού η «παράδοση» εκμαυλισμού και εξαρτήσεων (εργοδοτικών ή κρατικών) στέρησε από τα συνδικάτα το τεκμήριο της αυτονομίας και τα απαξίωσε στα μάτια της κοινωνίας. Αλλά αυτό δεν καταργεί τον ταξικό και αντιδημοκρατικό χαρακτήρα της πάση θυσία συντριβής και ηθικής εξόντωσής τους (τι πιο χαρακτηριστικό από την περίπτωση της ΓΕΝΟΠ;).
ΑΛΛΑ, ΚΑΙ ΠΑΛΙ, η ευκολία με την οποία επιλέγεται ποιος θα πληρώσει την κρίση χρέους, ο δογματισμός των συνταγών που εκφράζουν πολιτικές τύπου «Σύμφωνο για το ευρώ» και οι «υποσχέσεις» για δεκαετίες μονομερούς λιτότητας που θα απαιτήσει η αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας των οικονομιών της Ε.Ε. εξακολουθούν και κρύβονται πίσω από το «έκτακτο» και το «εξαιρετικό» της κατάστασης. Επιχειρούν να πείσουν ότι, ακόμη κι αν χρειαστεί η θυσία μιας ολόκληρης γενιάς, με ακρωτηριασμένα δικαιώματα και εξευτελιστικό κόστος εργασίας, αυτό θα αποτελεί μια εξαίρεση, μια απόκλιση, μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ένα αναπόφευκτο καθαρτήριο πριν από την επιστροφή στον καπιταλιστικό παράδεισο.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑ ΚΡΑΥΓΑΛΕΟ, ξεδιάντροπο ψέμα σ’ αυτόν τον ισχυρισμό. Υπάρχει μια προκλητική αποσιώπηση των λεπτομερειών, των υποσημειώσεων της μεταπολεμικής ευημερίας στις μητροπόλεις του καπιταλισμού. Μπορεί το «θηρίο» να συμπεριφερόταν σαν άκακο αρνί στις ΗΠΑ ή στην Ευρώπη, αλλά στις εκτός έδρας εξορμήσεις του δεν έκανε καμιά προσπάθεια να κρύψει τα αιμοβόρα ένστικτά του. Μπορεί οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί εργαζόμενοι να απολάμβαναν ένα αξιοπρεπές επίπεδο μισθών, παροχών και δικαιωμάτων, αλλά ήταν οι ίδιοι οι εργοδότες τους που στις επενδυτικές εξορμήσεις τους στην Ασία, στην Αφρική, στη Λατινική Αμερική επεδίωκαν κι εξασφάλιζαν τις πιο απάνθρωπες, τις πιο άγριες και ληστρικές συνθήκες εκμετάλλευσης της εργασίας. Η «κεϊνσιανή συναίνεση» στην Ευρώπη έβρισκε το αποκρουστικό alter ego της στην αποικιακού τύπου καπιταλιστική επέκταση σε όλες τις ηπείρους. Ο καπιταλισμός ξανάβρισκε τη «φύση» του στις χώρες όπου ο αυταρχισμός, οι στρατιωτικές δικτατορίες, η καταστολή, η απουσία εργασιακών δικαιωμάτων, τα ημερομίσθια πείνας, η παιδική εργασία, η ευτελής αξία της ανθρώπινης ζωής αποτελούσαν «ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα» για τα μικρά και μεγάλα αναπτυξιακά «θαύματα» που συντελούνταν στην καπιταλιστική περιφέρεια. Άλλωστε, τι πιο χαρακτηριστικό από την εντός απείρων εισαγωγικών «κομμουνιστική» Κίνα, που αποτέλεσε επενδυτικό Ελντοράντο για τη Δύση ακριβώς χάρη σ’ αυτά τα «πλεονεκτήματα»; Και τι ακόμη πιο χαρακτηριστικό από την κοινωνική έκρηξη στις χώρες του Μαγκρέμπ, που εκφράζει υπόρρητα την προσπάθεια να απεξαρτηθούν οι αραβικές κοινωνίες από τους πολιτικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς όρους αποικιακής εκμετάλλευσης που επέβαλε ή ανέχτηκε η καθωσπρέπει δημοκρατική Δύση;
ΕΠΟΜΕΝΩΣ, οι Πρωτομαγιές του παρόντος και του μέλλοντός μας επιστρέφουν αναπόφευκτα στα fundamentals, που λένε και οι απόφοιτοι του London School of Economics, είτε πήραν το πτυχίο με το σπαθί τους είτε το εξαγόρασαν σαν τον υιό Καντάφι. Επιστρέφουν στο Σικάγο, στη βικτοριανή Αγγλία, στην Αμερική της φυλετικής εκμετάλλευσης όχι μόνο γιατί τα μέχρι χθες αυτονόητα – το οκτάωρο, η προστασία της απασχόλησης, η αμοιβή της εργασίας, η πρόνοια, το κοινωνικό κράτος- αναιρούνται ως βαρίδια της «ανταγωνιστικότητας». Αλλά γιατί ο καπιταλισμός επιστρέφει στον αυταρχικό, απάνθρωπο, καταστροφικό πυρήνα της φύσης του, που στην ουσία δεν απεμπόλησε ποτέ. Αντιθέτως, έπειτα από τρεις δεκαετίες νεοφιλελεύθερης διαπαιδαγώγησης του πολιτικού προσωπικού και της επιστημονικής γραφειοκρατίας, έχει καταφέρει να αναγάγει αυτή τη φύση σε καταθλιπτικό μονόλογο, άκαμπτο δογματισμό της πλειοψηφίας των πολιτικών διαμεσολαβητών και όσων διαχειρίζονται τους όρους αναπαραγωγής του. Δηλαδή, των συστημάτων εξουσίας -σοσιαλδημοκρατικής, συντηρητικής ή ακροδεξιάς εκδοχής- που φλερτάρουν επικίνδυνα με την ιδέα, αν και όποτε χρειαστεί, ν’ απαλλαγούν ακόμη και από την περιττή πατίνα της δημοκρατίας. Μερικές φορές καθίσταται κι αυτή ανταγωνιστικό μειονέκτημα…
ΩΣ ΕΚ ΤΟΥΤΟΥ, για τον κόσμο της εργασίας, πράγματα που μέχρι πρότινος θεωρούνταν «πασέ», «ντεμοντέ» και γραφικότητες θα αποκτήσουν πιθανότατα μια νέα αίγλη, ίσως με άλλες μορφές. Οι Πρωτομαγιές του μέλλοντός μας επιφυλάσσουν κάποιο νέο Σικάγο, θερμούς Μάηδες, ολάνθιστα μαγιάτικα στεφάνια και, φυσικά, το μαγιόξυλο. Το οποίο, πέρα από τον παγανιστικό, φαλλικό συμβολισμό του, είναι και χρήσιμο ως αμυντικό όπλο. Για ν’ ανοίγει κεφάλια, για παράδειγμα...
Του ΚΙΜΠΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου