Θέλω να φύγετε, κύριοι. Δεν θέλω να σας βλέπω, ούτε μπροστά μου, ούτε πίσω μου, ούτω στα όνειρά μου. Εφιάλτες γίνατε. Να πάτε στον αγύριστο και ακόμα παραπέρα. Έλα που δεν είμαι η μικρή μαγισσούλα να κάνω ένα τσααακ με το ραβδάκι μου και να σας κάνω βατράχια, να τρέχετε ξωπίσω από τις λίμνες και να τσαλαβουτάτε εκεί στα νερά, απόνερα, βρωμόνερα που πλημμυρίσατε όλη την Ελλάδα. Όοοοχι μό-νοι σας, είχατε και τους αμόρφωτους κοντά σας. Όλους του τεμπελχα-νάδες, όλα τα κοπρόσκυλα που σας έγλειφαν με την ψήφο τους και εξαργύρωναν τη θεσούλα τους και το διορισμό τους, την εύνοιά σας τέλος πάντων. Γιατί το έγκλημα δεν θέλει τη μονάδα, γίνεται υπερτέ-λειο, αν έχει συμμετοχή. Και όσο περισσότεροι είναι οι συμμετέχοντες, τόσο πιο αποτελεσματικό είναι το έργο τους.
Τόσα χρόνια κατορθώσατε - περίφημα ομολογώ- να κρατήσετε αμόρφωτο τον έλληνα. Μισά βιβλία, μισά σχολεία, μισές αλήθειες, μι-σές ώρες εργασίας, μισά φάρμακα και μισοί γιατροί, μισές στιγμές στις τέχνες, όλα μισά. Όλα λειψά, όλα κουτσουρεμένα. Σαν την ηλίθια προσωπικότητά σας. Φτιάχνατε σχολειά για να καταστήσετε ζωντόβολα, όχι ανθρώπους, για να έχετε τα απόλυτα άτομα-ενεργούμενα που –αν διεκδικήσουν – θα διεκδικήσουν τη θεσούλα τους μόνο, ξεχνώντας το διπλανό τους. Ποτέ μαζικά και συλλογικά δεν κινηθήκατε, παρά μόνο για να πάρετε τις εκλογές. Τότε μαζεύατε όλα τα κομμα-τόσκυλά σας και τους κερνάγατε τα ουίσκι που είχαν και στα χωριά τους –τρομάρα τους- με τον ένα πάγο για να μην απολεσθεί η γεύση του βαρελίσιου παρασκευάσματος. Επιβραβεύατε τη μετριότητα με πρώτους και καλύτερους τους εαυτούς σας. Δίνατε βραβεία για να κολακέψετε όχι τους βραβευόμενους- που μπορεί να μην ξεχωρίζατε καλά-καλά και το όνομά τους, δεν ξέρατε ποιοι ήταν - αλλά τους εαυτούς σας.
Ε, λοιπόν, δεν θέλω να σας ξαναδώ. Σε κανένα ψηφοδέλτιο, σε καμιά αφίσα, σε καμία προοπτική: τηλεοπτική, ραδιοφωνική, περιοδική ή ενημερωτική. Δεν σας γουστάρω, πώς το λένε; Τσίπα έχετε πάνω σας; Φιλότιμο το ελληνικό; Αλλά, πού να ξέρετε από ελληνικό; Δεν γίνατε πολιτικοί γιατί είχατε γνώσεις, αλλά γιατί είχατε φιλοδοξίες επαρχιώτικες. Σαν τον νέοέλληνα που μέσα στη δεκαετία του 70 θέλησε να ξεφύγει από τον ανατολίτη που είχε μέσα του και να γίνει ευρωπαίος, χωρίς να δουλέψει το μέσα του. Σπούδαζε στα πανεπιστήμια για να αποτινάξει την ταμπέλα του χωριάτη επιδιώκοντας να γίνει πρωτευουσιάνος. Για αυτό σας λέω, δεν συντελέσατε μόνοι σας την καταστροφή είχατε μπόλικα αυθάδη και ανόητα, κομπλεξικά τεμπελόσκυλα κοντά σας, που θα έγλειφαν και σας τόνωναν το νοσηρό ‘εγώ’. Άνθρωποι που δεν δούλεψαν ουσιαστικά ποτέ τους, που δεν μόχθησαν ουσιαστικά για τίποτα, που μεγάλωσαν, έγιναν μεσήλικες και επιθυμούν να γεράσουν, δίνοντας διαταγές και υποσχέσεις. Χωρίς όραμα και στόχο, χωρίς σεβασμό και αξιοπρέπεια. Μόνο με την υπέροχή τους μετριότητα, που τους κατέστησε αμόρφωτους και αηδιαστικούς.
Ε, λοιπόν, δεν θέλω να σας ξαναδώ. Σε κανένα ψηφοδέλτιο, σε καμιά αφίσα, σε καμία προοπτική: τηλεοπτική, ραδιοφωνική, περιοδική ή ενημερωτική. Δεν σας γουστάρω, πώς το λένε; Τσίπα έχετε πάνω σας; Φιλότιμο το ελληνικό; Αλλά, πού να ξέρετε από ελληνικό; Δεν γίνατε πολιτικοί γιατί είχατε γνώσεις, αλλά γιατί είχατε φιλοδοξίες επαρχιώτικες. Σαν τον νέοέλληνα που μέσα στη δεκαετία του 70 θέλησε να ξεφύγει από τον ανατολίτη που είχε μέσα του και να γίνει ευρωπαίος, χωρίς να δουλέψει το μέσα του. Σπούδαζε στα πανεπιστήμια για να αποτινάξει την ταμπέλα του χωριάτη επιδιώκοντας να γίνει πρωτευουσιάνος. Για αυτό σας λέω, δεν συντελέσατε μόνοι σας την καταστροφή είχατε μπόλικα αυθάδη και ανόητα, κομπλεξικά τεμπελόσκυλα κοντά σας, που θα έγλειφαν και σας τόνωναν το νοσηρό ‘εγώ’. Άνθρωποι που δεν δούλεψαν ουσιαστικά ποτέ τους, που δεν μόχθησαν ουσιαστικά για τίποτα, που μεγάλωσαν, έγιναν μεσήλικες και επιθυμούν να γεράσουν, δίνοντας διαταγές και υποσχέσεις. Χωρίς όραμα και στόχο, χωρίς σεβασμό και αξιοπρέπεια. Μόνο με την υπέροχή τους μετριότητα, που τους κατέστησε αμόρφωτους και αηδιαστικούς.
Στηθήκατε, αλήθεια, ποτέ στην ουρά για να παρατηρήσετε, πώς λειτουργεί ένα δημόσιο νοσοκομείο; Ντράπηκα τον εαυτό κου, όταν πριν από δύο μήνες έπαιρνα εξιτήριο από το νοσοκομείο Πάτρας- εκείνο το πρώην στρατιωτικό που είναι για να ζουν οι κατσαρίδες όχι οι ασθενείς (να’ναι καλά οι γιατροί του που κρατούν ένα επίπεδο)- και είδα στην ουρά ένα γεροντάκο να περιμένει να πληρώσει για να εξεταστεί. Καταντράπηκα. Κοντά στα 80 και να πληρώνει ο παλαίμαχος και για να εξεταστεί; Να μην του προσφέρει, ούτε καν αυτό η χώρα του; Είδα-τε ποτέ τον συνταξιούχο που ζούσε με αξιοπρέπεια να ζητά συγγνώμη από τα εγγόνια του γιατί δεν μπορεί να τους δώσει χαρτζιλίκι στις γιορτές; Μην μπείτε στον κόπο να απαντήσετε. Σας είναι άγνωστες εικόνες.
Κάντε την με ελαφρά ή βαριά πηδηματάκια. Φύγετε, γκρεμοτσακιστείτε ή τουλάχιστον λουφάξτε στη γωνίτσα σας και βγάλτε το σκασμό. Δεν σας σέβομαι, δεν σας υπολογίζω, δεν σας εμπιστεύομαι. Και μπορεί να έχετε επενδύσει στην αμορφωσιά του έλληνα που τον κάνει άοπλο, μαλθακό, άβουλο, φοβισμένο, αλλά πάντα υπάρχουν κάποιοι 300 ( του Λεωνίδα) για να βαστούν Θερμοπύλες. Και αυτοί δεν ‘μασάνε’ ούτε από ΜΑΤ, ούτε από ποινές, ούτε από απειλές. Και ξέρουν και από Γκάτσο: «Με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί . Και ο ελληνικός λαός λέει: «όπως στρώνεις κοιμάσαι!’.
Υγ: Άραγε πόσο βλάκας πρέπει να είναι κάποιος για να ζητά σήμερα εκλογές; Και πόσο βλάκας πρέπει να είναι για να πιστεύει ακόμα στα κόμματα; Και πόσο άτολμος πρέπει να είναι κάποιος άλλος που δεν αποφασίζει – ενώ βλέπει κατάφωρα και είναι στα χέρια του- το πρέπον για την Ελλάδα και τους πολίτες της; Περαστικά μας!
Της Τζίνας Δαβιλά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου