Τον είδα μέρα μεσημέρι στο κέντρο της πόλης, εκείνες τις ώρες που όλοι τρέχουν να προλάβουν το κλείσιμο της μέρας. Πιο πιθανό ήταν να δεις τον Φρανκ Ζάππα στην Εθνικής Αμύνης παρά αυτόν. Εξάλλου στη μεθεόρτια παγωμάρα, τι να γύρευε αυτός εκεί; Ούτε Πάσχα ήταν ούτε Δεκαπενταύγουστος για να χει αφήσει το γραφείο του ο αρχιεργασιομανής. Ο Τάκης δεν ήταν αυτό που λέμε κολλητός φίλος -αραιά και πού βρισκόμασταν για κανα ποτάκι, αν ταίριαζαν οι ώρες και οι υποχρεώσεις και μετά από μαραθώνιο συνεννόησης (αθηναϊκά ήθη ανεπίτρεπτα στη Φραπογαλούπολη).
Κι όμως ήταν αυτός, δεν έκανα λάθος. Στα όρθια και στα γρήγορα εκεί στη γωνιά του δρόμου, μετά τα τυπικά, κόντρα στο χειμωνιάτικο ήλιο με δόντια, ακούστηκε το αστροπελέκι. Ο Τάκης, ο ουάου manager, o consultant ο δε ξέρω 'γω τι, με τους ακατανόητους τίτλους στις κάρτες και στις ταμπέλες της μεγάλης ιδιωτικής εταιρίας που δούλευε, πεσών στη μάχη της Κρίσης. Οι στρόφιγγες που έκλεισαν, οι παραγγελίες που δεν έρχονταν, οι περικοπές, το οργανόγραμμα που μαζεύτηκε και να αυτός ο «δε φεύγω, αν δεν τελειώσω», αυτός που ζούσε και κυρίως δικαιωνόταν από τη δουλειά του, ο στοχοπροσηλωμένος, με οικογένεια, δυο παιδιά και στεγαστικό στα πενήντα παρά, ξαφνικά κι απότομα άνεργος και μεσημεριανός περιπατητής. Με εκείνο το άδειο βλέμμα του «…δεν έχω τίποτα να κάνω και σήμερα…», εκείνου που πιστεύει πως έχει μια φωτεινή επιγραφή στο κούτελο κι αναβοσβήνει «…είμαι απολυμένος…είμαι απολυμ…», εκείνου που νομίζει πως είναι σ’ ελεύθερη πτώση κι έχει ακόμα πολλή άβυσσο μέχρι να βρει να σκαλώσει κάπου.
Και εσύ τι να πεις; Κάτι δεν πρέπει να πεις; Το παλιό αστείο μεταξύ μας « …έλα ρε, μη μου τα λες, δώσε ένα δελτίο τύπου να το δω στο σπίτι μετά…» ούτε σκέψη να το ξεστομίσεις... Το «κωλώνει ο Φούντας ρε;» ακόμα χειρότερο. Αφού κώλωσε ο δικός μου και φαίνεται, τι να λέμε τώρα; Ψελλίζεις κάτι αμήχανα και γρήγορα -«…να ψαχτούμε ρεε, γαμώ τα γαλόνια σου και τα μανατζεριλίκια σου. Μη μασάς ρε, βιογραφικό Μπεν Χουρ έχεις…» κι ένα δαγκωμένο χαμόγελο σκάει ο άβυσσαλέος. Λιώνει το παγόβουνο, είπα, κι αμέσως πήρα θάρρος κι άρχισα τις κανονισιές. Οκ, την επόμενη βδομάδα μου 'πε και μετά το κλασσικό «…τα λέμε..» .
Τα λέμε... Τι να πούμε δηλαδή, τι να πω στον αφανή πεσόντα του δωδεκάωρου του ιδιωτικού τομέα, έτσι μήπως και του ξανασκάσει το χαμόγελο... Οι δόσεις, τα παιδιά, η φωτεινή επιγραφή, η άβυσσος... Τα λέμε... Μια βδομάδα περνάει γρήγορα και πρέπει να 'χω ετοιμάσει σενάριο, ατάκες, πρόγραμμα και διάθεση -δεν είναι καιρός για νταουνιάσματα τώρα ούτε για κουβέντες του στυλ είμαστε όλοι υποψήφιοι άνεργοι. Σκέψεις και πιθανές εκδοχές για γύρες και χαβαλέ γρήγορα τις εγκαταλείπω. Πολύ σικέ και προσχεδιασμένο θα φανεί κι ο Τάκης είναι γάτος. Τα λέμε...
Αλλά επικίνδυνο μου φαίνεται και σε κανένα μπαρ οι δυο μας να λέμε για τα PSI και τους πολιτικούς ή τον Βιειρίνια (αντιγερμανικά αισθήματα στην ΠΑΟΚτσήδικη οικογένεια, ας τον δίναν στην Αγγλία ρεεεε...)
Μπα επανεκκίνηση θέλει κι αυτός. Κάτι για να νιώσει ενεργός και σε δράση. Ότι είναι μέσα στο παιχνίδι, ότι ο Φούντας θα το παλέψει τελικά κι ότι η άβυσσος θα διαλυθεί εντέλει. Ρε, μήπως να πάρουμε τους γιούς μας κι όσους άλλους πιτσιρικαίους βρούμε και να πάμε να παίξουμε ένα δίτερμα, όπως στα νιάτα μας, στα γρασίδια στην παραλία; Κι ας μας βγει η γλώσσα δυο σπιθαμές, κι ας φάμε τρίπλες.
Θ’ αντέξουμε...
Του Στάθη Παχίδη
Κι όμως ήταν αυτός, δεν έκανα λάθος. Στα όρθια και στα γρήγορα εκεί στη γωνιά του δρόμου, μετά τα τυπικά, κόντρα στο χειμωνιάτικο ήλιο με δόντια, ακούστηκε το αστροπελέκι. Ο Τάκης, ο ουάου manager, o consultant ο δε ξέρω 'γω τι, με τους ακατανόητους τίτλους στις κάρτες και στις ταμπέλες της μεγάλης ιδιωτικής εταιρίας που δούλευε, πεσών στη μάχη της Κρίσης. Οι στρόφιγγες που έκλεισαν, οι παραγγελίες που δεν έρχονταν, οι περικοπές, το οργανόγραμμα που μαζεύτηκε και να αυτός ο «δε φεύγω, αν δεν τελειώσω», αυτός που ζούσε και κυρίως δικαιωνόταν από τη δουλειά του, ο στοχοπροσηλωμένος, με οικογένεια, δυο παιδιά και στεγαστικό στα πενήντα παρά, ξαφνικά κι απότομα άνεργος και μεσημεριανός περιπατητής. Με εκείνο το άδειο βλέμμα του «…δεν έχω τίποτα να κάνω και σήμερα…», εκείνου που πιστεύει πως έχει μια φωτεινή επιγραφή στο κούτελο κι αναβοσβήνει «…είμαι απολυμένος…είμαι απολυμ…», εκείνου που νομίζει πως είναι σ’ ελεύθερη πτώση κι έχει ακόμα πολλή άβυσσο μέχρι να βρει να σκαλώσει κάπου.
Και εσύ τι να πεις; Κάτι δεν πρέπει να πεις; Το παλιό αστείο μεταξύ μας « …έλα ρε, μη μου τα λες, δώσε ένα δελτίο τύπου να το δω στο σπίτι μετά…» ούτε σκέψη να το ξεστομίσεις... Το «κωλώνει ο Φούντας ρε;» ακόμα χειρότερο. Αφού κώλωσε ο δικός μου και φαίνεται, τι να λέμε τώρα; Ψελλίζεις κάτι αμήχανα και γρήγορα -«…να ψαχτούμε ρεε, γαμώ τα γαλόνια σου και τα μανατζεριλίκια σου. Μη μασάς ρε, βιογραφικό Μπεν Χουρ έχεις…» κι ένα δαγκωμένο χαμόγελο σκάει ο άβυσσαλέος. Λιώνει το παγόβουνο, είπα, κι αμέσως πήρα θάρρος κι άρχισα τις κανονισιές. Οκ, την επόμενη βδομάδα μου 'πε και μετά το κλασσικό «…τα λέμε..» .
Τα λέμε... Τι να πούμε δηλαδή, τι να πω στον αφανή πεσόντα του δωδεκάωρου του ιδιωτικού τομέα, έτσι μήπως και του ξανασκάσει το χαμόγελο... Οι δόσεις, τα παιδιά, η φωτεινή επιγραφή, η άβυσσος... Τα λέμε... Μια βδομάδα περνάει γρήγορα και πρέπει να 'χω ετοιμάσει σενάριο, ατάκες, πρόγραμμα και διάθεση -δεν είναι καιρός για νταουνιάσματα τώρα ούτε για κουβέντες του στυλ είμαστε όλοι υποψήφιοι άνεργοι. Σκέψεις και πιθανές εκδοχές για γύρες και χαβαλέ γρήγορα τις εγκαταλείπω. Πολύ σικέ και προσχεδιασμένο θα φανεί κι ο Τάκης είναι γάτος. Τα λέμε...
Αλλά επικίνδυνο μου φαίνεται και σε κανένα μπαρ οι δυο μας να λέμε για τα PSI και τους πολιτικούς ή τον Βιειρίνια (αντιγερμανικά αισθήματα στην ΠΑΟΚτσήδικη οικογένεια, ας τον δίναν στην Αγγλία ρεεεε...)
Μπα επανεκκίνηση θέλει κι αυτός. Κάτι για να νιώσει ενεργός και σε δράση. Ότι είναι μέσα στο παιχνίδι, ότι ο Φούντας θα το παλέψει τελικά κι ότι η άβυσσος θα διαλυθεί εντέλει. Ρε, μήπως να πάρουμε τους γιούς μας κι όσους άλλους πιτσιρικαίους βρούμε και να πάμε να παίξουμε ένα δίτερμα, όπως στα νιάτα μας, στα γρασίδια στην παραλία; Κι ας μας βγει η γλώσσα δυο σπιθαμές, κι ας φάμε τρίπλες.
Θ’ αντέξουμε...
Του Στάθη Παχίδη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου