1937: Ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄και ο πρύτανης του πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Αβροτέλης Ελευθερόπουλος φτάνουν στο πανεπιστήμιο για τον εορτασμό της επετείου της απελευθέρωσης της πόλης.
Ο Αβροτέλης Ελευθερόπουλος έπρεπε να εκφωνήσει κατά τα καθιερωμένα τον πανηγυρικό της ημέρας στις 26 Οκτωβρίου που γιόρταζε η Θεσσαλονίκη την απελευθέρωσή της, παρουσία του βασιλιά Γεωργίου του Β΄. (…)
Την παραμονή το βράδυ ο υπουργός – γενικός διοικητής Μακεδονίας, ο διαβόητος Γεώργιος Κυρίμης, έστειλε άνθρωπό του στον πρύτανη και του ζήτησε τον λόγο για να τον διαβάσει.
Ο Ελευθερόπουλος έδωσε ένα αντίγραφο.
Την άλλη μέρα το πρωί του το επέστρεψαν “διορθωμένο”!
Ο Κυρίμης τον λογόκρινε! Έσβησε ό,τι δεν του άρεσε και πρόσθεσε τα δικά του.
Σε μια κατάμεστη αίθουσα τελετών -στην πρώτη σειρά ο Γεώργιος, πίσω η ακολουθία του, υπουργοί- και ο Κυρίμης -πρεσβευτές, πρόξενοι, οι αρχές της πόλεως, καθηγητές και άλλοι- ο Ελευθερόπουλος ανέβηκε στο βήμα και είπε: “Μεγαλειότατε, έχω εις χείρας μου δύο λόγους: Έναν του κυρίου Κυρίμη και έναν δικό μου. Ποιον θέλετε να σας αναγνώσω;”
Αμήχανος για λίγο ο Γεώργιος απάντησε: “Μα φυσικά τον ιδικόν σας”.
Άφησε παράμερα το λογοκριμένο αντίγραφο ο Ελευθερόπουλος και άρχισε να διαβάζει τον πανηγυρικό του. Όταν ανέφερε το όνομα του Βενιζέλου, εκφράζοντας την εθνική ευγνωμοσύνη για τη βαλκανική πολιτική του, ένας στρατηγός από το ακροατήριο φώναξε: “το κτήνος”!
Ο Γεώργιος ιδιαιτέρως του είπε πως καλά έκανε που μνημόνευσε και τον Βενιζέλο. (…) Οι καθηγητές του είπαν -ιδιαιτέρως βέβαια- πως έσωσε την τιμή και το γόητρο του πανεπιστημίου.
Ο λόγος του Αβροτέλη Ελευθερόπουλου ήταν ένα σύντομο και πολύ προσεγμένο εγκώμιο των δύο μεγάλων ανδρών του ’12, του Κωνσταντίνου και του Βενιζέλου.
Δεν πρέπει, είπε, η τυχόν διαφωνία μας με τη δράση των ανδρών της ιστορίας να μας εμποδίζει να αναγνωρίζουμε την ιστορική αλήθεια.
Κάπως έτσι το είπε και χειροκροτήθηκε.
Όταν μετά την τελετή συνόδευσε τον Βασιλιά στην αίθουσα της Συγκλήτου τον ρώτησε, όπως μου είπε ο ίδιος πολύ αργότερα στην Αθήνα, αν του άρεσε ο λόγος του.
-Εμένα μου άρεσε, του απάντησε, να δούμε όμως τι θα πει και ο κυρ Γιάννης (ενν. τον Μεταξά).
Αντίθετη εκδηλώθηκε η γνώμη του τελευταίου πολύ γρήγορα. Όργανα της Ασφάλειας πήγαν την νύκτα στο σπίτι του και συνέλαβαν τον Πρύτανη.
Τον έβαλαν στο πρώτο τρένο για Αθήνα με προορισμό την εξορία του σε νησί.
Από την εξορία τον έσωσε, όπως πίστευε, η μεσολάβηση του Γεωργίου.
Στη θέση του όμως δεν επανήλθε ποτέ. Και έζησε απομονωμένος στην Αθήνα την ασκητικά πνευματική του ζωή ως τα βαθιά γεράματά του…
Από το βιβλίο του ΓΙΩΡΓΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ “ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ (1926-1973)”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου