Το άγνωστο ζευγαράκι είχε γίνει ένα σώμα, καυτά φιλιά μοίραζαν δωρεάν το πάθος, εκεί, κάπου στα σκοτεινά, και ήταν μόνο αρχή.
Λίγο ανοιχτά μάτια να έχεις, λίγο να κοιτάς τον καθρέφτη και να βλέπεις, δίχως σάλτσες και γαρνιτούρες, να αναγνωρίζεις το αληθινό είδωλό σου, και αν είσαι εργαζόμενος, (προλετάριος αν δεν σε τρομάζει η λέξη) δεν χρειάζονται αφορμές ή δικαιολογίες.
Το 40ό φεστιβάλ της ΚΝΕ θα σε βγάλει στα τυφλά στο Ίλιον, κατευθείαν μέσα στο πάρκο Τρίτση. Και δεν είναι ανάγκη να είσαι ψηφοφόρος του κόμματος, άλλωστε αν ήταν και όλοι όσοι πέρασαν από εκεί το τελευταίο τριήμερο, μάλλον θα κυβερνούσαν οι «κόκκινοι» ετούτο τον τόπο. Οι πραγματικοί, όχι οι γιαλατζί του Τσίπρα και της παρέας του, που με κομμένα νύχια από τη ρίζα, πάνε να γρατζουνίσουν όλο το πλανήτη.
Ναι! Στη γιορτή των Κομμουνιστών, γιατί ακόμη και μέσα στη διαφωνία και την ατέλεια, είχε, και εξακολουθεί να έχει, τα πιο ψαγμένα και γλυκά κορίτσια.
Γιατί τα αρσενικά δεν έχουν κόμπλεξ για το ξεθωριασμένο μαύρο φανελάκι που φορούν, ούτε μετρούν αντριλίκια με τα μπράτσα και τις αμερικανιές.
Ναι, θυμηθήκαμε τον Τσε, και σταθήκαμε όρθιοι για τον Παύλο Φύσσα. Δεν φαίνεται να καμαρώνουν ιδιαίτερα τον Θανάση Κλάρα, ακόμη δεν σηκώνουν τέτοιες άτακτες αταξίες, ούτε ζαβολιές. Μιλούν για ανυπακοή, όμως για τους άλλους, για το σύστημα που μας έχει καταπιεί και τώρα θέλει να μας ξεράσει! Όμως, στο δικό τους χωράφι δεν σηκώνουν πολλές αντιρρήσεις.
Κάναμε κι εμείς το καθήκον μας, περιμέναμε μια ώρα στην ουρά για το γνωστό «συντροφικό» σουβλάκι, ήπιαμε και ελληνικά αναψυκτικά, έτσι μποϊκοτάραμε, έστω και για λίγο, την παγκόσμια κόλα. Έπειτα περπατήσαμε, μπλεχτήκαμε μαζί και αφουγκραστήκαμε τη θετική τους ενέργεια.
Ανατριχιάσαμε με την παρουσία του Καζάκου, αλλά το άγνωστο κορίτσι με τη λεβέντικη φωνή, εκείνη που καλούσε από τα μεγάφωνα σε πάλη και αγώνες, ήταν η Κνίτισσα που καμαρώσαμε. Μάλλον θυμηθήκαμε κάποια νυχτερινή αφισοκόλληση ή έναν πνιγμένο έρωτα.
Παραδίπλα, νέοι γονείς τραγουδούσαν αγκαλιά με τα μωρά τους και οι μεγαλύτεροι, γνωστοί από παλιά, φίλοι ή σύντροφοι, έκαναν κατεβασιές, βαθιά μέσα στη μνήμη. Ξεχώριζαν οι ηλικιωμένοι, από εκείνους που δεν καταλαβαίνεις ηλικίες, τα χρόνια τους χαράσσουν μικρά αιχμηρά σφυροδρέπανα πάνω στα κορμιά, αυτή είναι η αύρα των κομμουνιστών, που παραμένει πάντα νέα.
Σε αυτή τη μεγάλη κόκκινη παρέα δεν χρειάζονται πολλές εξηγήσεις για την ταξική συνείδηση, ούτε περιγραφές για το φασισμό της εξουσίας.
Δεν είναι άγιοι, ούτε και αλάνθαστοι, παραμένουν και προσπαθούν κόντρα σε ένα παγκόσμιο ρεύμα που διψά για κουτσομπολιά και ταΐζει σαχλαμάρες κοιμισμένα ζόμπι.
Έσβησαν τα φώτα της κεντρικής σκηνής, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου μας ευχαρίστησε και πήραμε το δρόμο για την έξοδο.
Ένα μπλε φως μας προσκαλούσε, μας φώναζε μέσα από την πόλη. Σαν να ψιθύριζε «τώρα στη θέση μας, ο καθένας και μόνος του»!
Πόσο όμορφα που είναι τα κόκκινα χρώματα…
Του Μανόλη Δημελλά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου