Οι Σοσιαλδημοκράτες, όπου κυβερνούν, οργανώνουν διαρκώς επιθέσεις φιλίας στην επιχειρηματική τάξη, εκλιπαρώντας για επενδύσεις. Της προσφέρουν γη και ύδωρ, αλλά αυτή αντί να κάνει επενδύσεις ζητάει περισσότερα.
Έτσι είναι: «δώσε θάρρος στον χωριάτη, θα σ’ ανέβει στο κρεβάτι», λέει μια ελληνική παροιμία, αν και κάθε άλλο παρά «χωριάτες» είναι αυτοί που θέλουν ν’ ανέβουν στο κρεβάτι.
Παντού στην Ευρώπη, είτε υπάρχουν Μνημόνια είτε όχι, το μεγάλο κεφάλαιο σ’ όλες τις εκδοχές του (εμπορικό, βιομηχανικό, χρηματοπιστωτικό, πολυεθνικό) έχει καταφέρει να αποσπάσει πλήθος ωφελημάτων και προνομίων. Στην πρώτη γραμμή βρίσκονται οι Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι λειτουργούν σαν πολιορκητικός κριός προκειμένου να πέσουν τα οχυρά της εργασίας, γιατί -κατά τη γνώμη τους- εμποδίζουν την ανάπτυξη.
Έχει επισημανθεί, και σωστά, ότι είναι πιο εύκολο να περάσουν αντεργατικά μέτρα από μια κυβέρνηση της Κεντροαριστεράς παρά από μια κυβέρνηση της Κεντροδεξιάς, λόγω των παραδοσιακών δεσμών της Σοσιαλδημοκρατίας με την εργατική τάξη και τα μεσαία στρώματα και λόγω των ειδικών σχέσεών της με τα μεγάλα συνδικάτα.
Στην πρεμούρα της να περάσει με καλό βαθμό τις εξετάσεις δεν διστάζει να επιτεθεί κατά μέτωπο.
Για παράδειγμα: Στην Ιταλία ο «μεταρρυθμιστής» Ματέο Ρέντσι θέλει να καταργήσει το δικαίωμα επαναπρόσληψης για τους εργαζόμενους που έχουν χάσει τη δουλειά τους χωρίς βάσιμη αιτία. Το δικαίωμα αυτό είναι κάτι σαν τοτέμ για το εργατικό κίνημα της Ιταλίας και ήταν αναμενόμενη η αντίδραση των συνδικάτων. Αυτός, όμως, επιμένει και χρησιμοποιεί τα ίδια σαθρά επιχειρήματαπου επικαλέστηκαν κι άλλοι ηγέτες της ίδιας ιδεολογικής οικογένειας, ότι δηλαδή με την πλήρη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων θα μειωθεί η ανεργία.
Το ότι αυτό δεν ισχύει φαίνεται στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου τα εργασιακά δικαιώματα έχουν πληγεί βάναυσα, αλλά η ανεργία δεν λέει να πέσει.
Η απληστία του μεγάλου κεφαλαίου δεν υποχωρεί ακόμη κι όταν το περιβάλλον που δημιουργούν οι κυβερνήσεις είναι εξαιρετικά ευνοϊκό για τα συμφέροντά του. Η μεγαλύτερη ένωση εργοδοτών της Γαλλίας προ ημερών έδειξε τα δόντια της.
Πρότεινε ως θεραπεία για τα προβλήματα της Γαλλίας, την κατάργηση του 35ωρου, τη μείωση του κατώτατου μισθού, την κατάργηση αργιών, τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών και την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης.
Ισχυρίζεται ότι με αυτά τα μέτρα θα δημιουργηθούν σε βάθος πενταετίας 1.000.000 νέες θέσειςεργασίας.
Για την ώρα η κυβέρνηση Βαλς δηλώνει αντίθετη. Η πρακτική της, όμως, σε παρόμοια ζητήματα στο πρόσφατο παρελθόν, καθώς και η δέσμευση της απέναντι στη Μέρκελ ότι θα εφαρμόσει μέχρι μέχρι κεραίας το Σύμφωνο Σταθερότητας δεν αφήνουν
πολλά περιθώρια για μια αισιόδοξη πρόβλεψη.
Αυτά και πολλά άλλα που απέχουν έτη φωτός από τις ιδρυτικές αρχές της, πράττει η σύγχρονη Σοσιαλδημοκρατία όταν κυβερνά. Όταν, όμως, βρίσκεται στην αντιπολίτευση και διεκδικεί την εξουσία προβάρει άλλο κοστούμι.
Θυμάται το ηρωικό παρελθόν της και προσπαθεί να ξανακερδίσει τα μυαλά και τις ψυχές των εργαζομένων.
Ο αρχηγός των Βρετανών Εργατικών Έντ Μίλιμπαντ, στην προσπάθειά του να ξεκόψει από τον μοιραίο για το κόμμα του «μπλερισμό», υποσχέθηκε ότι θα ενισχύσει το Εθνικό Σύστημα
Υγείας με τα χρήματα που θα εξοικονομήσει από την πάταξη της φοροδιαφυγής, τη φορολόγηση των καπνοβιομηχανιών και την επιβολή φόρου στους πλούσιους.
Κάτι τέτοια προοδευτικά έλεγε και ο Ολάντ πριν γίνει πρόεδρος, αλλά στη συνέχεια αναδιπλώθηκε ατάκτως, επικαλούμενος την οικονομική σταθερότητα.
Η Σοσιαλδημοκρατία κάποτε ήταν το καταφύγιο των εργαζομένων. Στη «μοντέρνα» εκδοχή της είναι το στήριγμα των ισχυρών. Η πλήρης μετάλλαξη.
Του Τάσου Παππά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου