Ο επαναστατημένος ελληνικός λαός δεν ήθελε μόνο να λευτερωθεί από τους Τούρκους. Ήθελε να ξεφορτωθεί από πάνω του κι όλους αυτούς που του έπιναν το αίμα με κάθε ευκαιρία και τρόπο: τσιφλικάδες, κοτζαμπάσηδες, προύχοντες, νησιώτες καραβοκύρηδες, χριστέμπορους της εποχής και, φυσικά, παπάδες.
Ο Γιάννης Κορδάτος στο βιβλίο του “Η Κοινωνική Σημασία της ΕλληνικήςΕπαναστάσεως του 1821” αναφέρει με πολύ γλαφυρό τρόπο το ρόλο της Εκκλησίας: “Η Εκκλησία μάλιστα έπαιρνε από κάθε χριστιανό ραγιά ειδικό φόρο που λεγόταν ρόγα ή ζητεία. Πολλές φορές με ασπλαχνία Σάϋλωκ έκανε κατάσχεση στʼ αλέτρι ή τʼ άλλα γεωργικά εργαλεία του αγρότη, αν τύχαινε και δεν πλήρωνε τον παραπάνω φόρο. Γενικά μάλιστα ο κάθε χριστιανός ραγιάς ήταν υποχρεωμένος το 1/3 από το εισόδημά του και την περιουσία του να το δίνει δια τας ανάγκας της Εκκλησίας, δηλαδή των μητροπολιτών. Από, παντού λοιπόν, ο φτωχοαγρότης ήταν περιτριγυρισμένος από την ολιγαρχία των εκμεταλλευτών του. Και τι εκμεταλλευτών: απλήστων, τυραννικών και βαρβάρων!”.
Στο ίδιο βιβλίο, ο Γιάννης Κορδάτος επισημαίνει ότι επρόκειτο για μια επανάσταση ενάντια στη φεουδαρχία και την καταπίεση, που εκφραστές της δεν ήταν μόνο οι Οθωμανοί πασάδες και μπέηδες αλλά και οι ντόπιοι προύχοντες, κοτζαμπάσηδες και δεσποτάδες.
Την άποψη αυτή ενισχύει και ο Νίκος Μπελογιάννης στο βιβλίο του “Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα” λέγοντας χαρακτηριστικά ότι “οι αστοί και οι τσιφλικάδες, δε φοβούνταν τον τουρκικό ζυγό όσο φοβούνταν το λαϊκό ποτάμι που πάλευε για την απελευθέρωση”.
Το 1823, ο νέος Άγγλος υπουργός εξωτερικών Τζορτζ Κάνινγκ, εκτιμώντας ότι ένα δυναμικό ελληνικό κράτος θα μπορούσε να αποτελέσει χρήσιμο συνεργάτη της Αγγλίας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, αναθεώρησε την πολιτική της χώρας του και αναγνώρισε τους Έλληνες ως εμπόλεμη δύναμη.
Η αγγλική μεταστροφή ενίσχυσε την επιρροή της Αγγλίας μεταξύ των Ελλήνων. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση Κουντουριώτη προώθησε τη σύναψη δύο δανείων με αγγλικές τράπεζες (1824, 1825), τα λεγόμενα “δάνεια της Ανεξαρτησίας”. Λίγο αργότερα, το 1825, η δύσκολη θέση στην οποία είχε περιέλθει η επανάσταση, εξαιτίας της επέμβασης του αιγυπτιακού στρατού, διευκόλυνε τους αγγλόφιλους να εκβιάσουν τους περισσότερους Έλληνες να υπογράψουν την πράξη προστασίας, ένα έγγραφο με το οποίο ζητούσαν από την Αγγλία να αναλάβει επίσημος προστάτης της Ελλάδας.
“Οι ξένοι τραπεζίτες, με συνεργούς τους ντόπιους κοτζαμπάσηδες, τους Φαναριώτες και τους πάμπλουτους καραβοκυραίους, κατάφεραν να ωφελήσουν μονάχα τον μπεζαχτά τους και τους ξένους τυχοδιώκτες απ’ τα δύο δάνεια της επανάστασης”, γράφει χαρακτηριστικά ο Νίκος Μπελογιάννης.
Είναι προφανές ότι η οικονομική υποδούλωση της Ελλάδας αρχίζει με τα δάνεια εκείνης της περιόδου. Τι απέγινε όμως το πρώτο δάνειο του 1823, στην καρδιά της Επανάστασης, όταν χρειάζονταν χρήματα για ντουφέκια και βόλια; “Ύστερα από τόσες περιπέτειες και προσπάθειες”, σημειώνει ο Μπελογιάννης, μνημονεύοντας τη “γενναιοδωρία” των Άγγλων δανειστών, “η κυβέρνηση του Άργους πήρε 348.000 λίρες σε μετρητά και 11.900 σε πολεμοφόδια”, αλλά “38.000 από τις 348.000 μείνανε στο Λονδίνο. Κατάντησε δηλαδή να πάρουμε μόλις 310.000 λίρες, ενώ στα βιβλία των τοκογλύφων η Ελλάδα ήταν χρεωμένη με 800.000!”.
Την ίδια ακριβώς τύχη είχε και το δεύτερο δάνειο. Επ’ αυτού, ο “άνθρωπος με το γαρύφαλλο” γράφει: “Ένα μέρος από το δάνειο πήγε για νοίκιασμα ναυάρχων. Έλειπαν όμως τα καράβια. Τι ναύαρχοι θα ήταν χωρίς πλοία; Κι αρχίζει πια η δεύτερη πράξη της κωμωδίας. Οι διαχειριστές του δανείου έδωσαν παραγγελία για έναν ολόκληρο στόλο, έξι καράβια παράγγειλαν στην Αγγλία- μια κορβέτα και πέντε ατμοκίνητα, τα δύο μικρά και τα τρία μεγάλα-, άλλες δύο φρεγάτες παραγγέλθηκαν στην Αμερική κι η τεχνική επιστασία της δουλειάς ανατέθηκε, από τον όμιλο των τραπεζιτών που ανεμοσκόρπιζε το δάνειο, σε έναν απόστρατο συνταγματάρχη του ιππικού. Από τα έξι εγγλέζικα μόνο η κορβέτα “Καρτερία”, ύστερα από μεγάλες προσπάθειες του φιλέλληνα Άστιγγα, κατάφερε να πλεύσει τα τέλη του 1826 στην Ελλάδα, σε τέτοια όμως κατάσταση που ήταν αδύνατο να χρησιμοποιηθεί αμέσως στον αγώνα. Από τα δύο μεγάλα ατμοκίνητα το ένα κάηκε στις δοκιμές στον Τάμεση και το δεύτερο έφτασε στην Ελλάδα τον… Σεπτέμβρη του 1828, αλλά ήταν άχρηστο και δεν μπορούσε να κινηθεί! Από τα τρία μικρά πάλι το ένα μόνον έφτασε στα νερά μας όταν είχε πια τελειώσει η Επανάσταση! Τα άλλα δύο ξέμειναν στην Αγγλία, γιατί στάθηκε αδύνατο να πλεύσουν!”.
Να λοιπόν πώς φτάσαμε από τον οθωμανικό ζυγό στην οικονομική υποδούλωση. Η “σούμα” των δύο δανείων που προαναφέρθηκαν έχει ως εξής: Δανειστήκαμε ονομαστικά και χρωστάμε πραγματικά 2.800.000 λίρες με τόκο 5%. Στην Ελλάδα όμως φτάσανε μόνο 540.000 λίρες με πραγματικό τόκο 26%.
Ο Γιάννης Κορδάτος στο βιβλίο του “Η Κοινωνική Σημασία της ΕλληνικήςΕπαναστάσεως του 1821” αναφέρει με πολύ γλαφυρό τρόπο το ρόλο της Εκκλησίας: “Η Εκκλησία μάλιστα έπαιρνε από κάθε χριστιανό ραγιά ειδικό φόρο που λεγόταν ρόγα ή ζητεία. Πολλές φορές με ασπλαχνία Σάϋλωκ έκανε κατάσχεση στʼ αλέτρι ή τʼ άλλα γεωργικά εργαλεία του αγρότη, αν τύχαινε και δεν πλήρωνε τον παραπάνω φόρο. Γενικά μάλιστα ο κάθε χριστιανός ραγιάς ήταν υποχρεωμένος το 1/3 από το εισόδημά του και την περιουσία του να το δίνει δια τας ανάγκας της Εκκλησίας, δηλαδή των μητροπολιτών. Από, παντού λοιπόν, ο φτωχοαγρότης ήταν περιτριγυρισμένος από την ολιγαρχία των εκμεταλλευτών του. Και τι εκμεταλλευτών: απλήστων, τυραννικών και βαρβάρων!”.
Στο ίδιο βιβλίο, ο Γιάννης Κορδάτος επισημαίνει ότι επρόκειτο για μια επανάσταση ενάντια στη φεουδαρχία και την καταπίεση, που εκφραστές της δεν ήταν μόνο οι Οθωμανοί πασάδες και μπέηδες αλλά και οι ντόπιοι προύχοντες, κοτζαμπάσηδες και δεσποτάδες.
Την άποψη αυτή ενισχύει και ο Νίκος Μπελογιάννης στο βιβλίο του “Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα” λέγοντας χαρακτηριστικά ότι “οι αστοί και οι τσιφλικάδες, δε φοβούνταν τον τουρκικό ζυγό όσο φοβούνταν το λαϊκό ποτάμι που πάλευε για την απελευθέρωση”.
Το 1823, ο νέος Άγγλος υπουργός εξωτερικών Τζορτζ Κάνινγκ, εκτιμώντας ότι ένα δυναμικό ελληνικό κράτος θα μπορούσε να αποτελέσει χρήσιμο συνεργάτη της Αγγλίας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, αναθεώρησε την πολιτική της χώρας του και αναγνώρισε τους Έλληνες ως εμπόλεμη δύναμη.
Η αγγλική μεταστροφή ενίσχυσε την επιρροή της Αγγλίας μεταξύ των Ελλήνων. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση Κουντουριώτη προώθησε τη σύναψη δύο δανείων με αγγλικές τράπεζες (1824, 1825), τα λεγόμενα “δάνεια της Ανεξαρτησίας”. Λίγο αργότερα, το 1825, η δύσκολη θέση στην οποία είχε περιέλθει η επανάσταση, εξαιτίας της επέμβασης του αιγυπτιακού στρατού, διευκόλυνε τους αγγλόφιλους να εκβιάσουν τους περισσότερους Έλληνες να υπογράψουν την πράξη προστασίας, ένα έγγραφο με το οποίο ζητούσαν από την Αγγλία να αναλάβει επίσημος προστάτης της Ελλάδας.
“Οι ξένοι τραπεζίτες, με συνεργούς τους ντόπιους κοτζαμπάσηδες, τους Φαναριώτες και τους πάμπλουτους καραβοκυραίους, κατάφεραν να ωφελήσουν μονάχα τον μπεζαχτά τους και τους ξένους τυχοδιώκτες απ’ τα δύο δάνεια της επανάστασης”, γράφει χαρακτηριστικά ο Νίκος Μπελογιάννης.
Είναι προφανές ότι η οικονομική υποδούλωση της Ελλάδας αρχίζει με τα δάνεια εκείνης της περιόδου. Τι απέγινε όμως το πρώτο δάνειο του 1823, στην καρδιά της Επανάστασης, όταν χρειάζονταν χρήματα για ντουφέκια και βόλια; “Ύστερα από τόσες περιπέτειες και προσπάθειες”, σημειώνει ο Μπελογιάννης, μνημονεύοντας τη “γενναιοδωρία” των Άγγλων δανειστών, “η κυβέρνηση του Άργους πήρε 348.000 λίρες σε μετρητά και 11.900 σε πολεμοφόδια”, αλλά “38.000 από τις 348.000 μείνανε στο Λονδίνο. Κατάντησε δηλαδή να πάρουμε μόλις 310.000 λίρες, ενώ στα βιβλία των τοκογλύφων η Ελλάδα ήταν χρεωμένη με 800.000!”.
Την ίδια ακριβώς τύχη είχε και το δεύτερο δάνειο. Επ’ αυτού, ο “άνθρωπος με το γαρύφαλλο” γράφει: “Ένα μέρος από το δάνειο πήγε για νοίκιασμα ναυάρχων. Έλειπαν όμως τα καράβια. Τι ναύαρχοι θα ήταν χωρίς πλοία; Κι αρχίζει πια η δεύτερη πράξη της κωμωδίας. Οι διαχειριστές του δανείου έδωσαν παραγγελία για έναν ολόκληρο στόλο, έξι καράβια παράγγειλαν στην Αγγλία- μια κορβέτα και πέντε ατμοκίνητα, τα δύο μικρά και τα τρία μεγάλα-, άλλες δύο φρεγάτες παραγγέλθηκαν στην Αμερική κι η τεχνική επιστασία της δουλειάς ανατέθηκε, από τον όμιλο των τραπεζιτών που ανεμοσκόρπιζε το δάνειο, σε έναν απόστρατο συνταγματάρχη του ιππικού. Από τα έξι εγγλέζικα μόνο η κορβέτα “Καρτερία”, ύστερα από μεγάλες προσπάθειες του φιλέλληνα Άστιγγα, κατάφερε να πλεύσει τα τέλη του 1826 στην Ελλάδα, σε τέτοια όμως κατάσταση που ήταν αδύνατο να χρησιμοποιηθεί αμέσως στον αγώνα. Από τα δύο μεγάλα ατμοκίνητα το ένα κάηκε στις δοκιμές στον Τάμεση και το δεύτερο έφτασε στην Ελλάδα τον… Σεπτέμβρη του 1828, αλλά ήταν άχρηστο και δεν μπορούσε να κινηθεί! Από τα τρία μικρά πάλι το ένα μόνον έφτασε στα νερά μας όταν είχε πια τελειώσει η Επανάσταση! Τα άλλα δύο ξέμειναν στην Αγγλία, γιατί στάθηκε αδύνατο να πλεύσουν!”.
Να λοιπόν πώς φτάσαμε από τον οθωμανικό ζυγό στην οικονομική υποδούλωση. Η “σούμα” των δύο δανείων που προαναφέρθηκαν έχει ως εξής: Δανειστήκαμε ονομαστικά και χρωστάμε πραγματικά 2.800.000 λίρες με τόκο 5%. Στην Ελλάδα όμως φτάσανε μόνο 540.000 λίρες με πραγματικό τόκο 26%.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου