28 Ιούνη 1817 :
« …Σύμφωνα με προφορική παράδοση, κατά την άφιξή του στο Καρπενήσι ο Αλή πασάς ρώτησε τίνος είναι το αρχοντικό που ξεχώριζε. Ο Χατζόπουλος του απάντησε:- Δικό σου είναι αφέντη μου.
Και ο Αλής τότε αναφώνησε ευχαριστημένος :
- Μπράβο! Κι αυτός ο τόπος που βλέπεις πέρα να είναι όλος δικός σου.
Έτσι έγινε τσιφλίκι του Χατζόπουλου όλη η δυτική περιοχή ως τα χωριά Σελλά και Μηλιά… »
(από το βιβλίο του Χ. Μηχιώτη «Τυμφρηστός και Τυμφρήστιοι», εκδ. Κασταλία)
Στην αχανή οθωμανική αυτοκρατορία οι υπόδουλοι ραγιάδες υπόκεινται για ολόκληρους αιώνες στην πιο στυγνή εκμετάλλευση. Η βαριά δυσβάστακτη φορολογία που επιβάλλει η Πύλη με τον κεφαλικό φόρο, με τα λογιών-λογιών χαράτσια, με τα αλλεπάλληλα δοσίματα, με τις παρακρατήσεις στις σοδειές και στα παραγόμενα προϊόντα, καθώς και με δεκάδες άλλες πρόσθετες επιβαρύνσεις εκ μέρους των τοπικών διοικητών, καθιστούν αφόρητη τη ζωή των λαϊκών στρωμάτων. Οι ραγιάδες έπρεπε να πληρώνουν αδιαμαρτύρητα για να γεμίζουν τα σεντούκια των πασάδων και του σουλτάνου.
Οι κατακτητές αν και επικυρίαρχοι δεν θα μπορούσαν να κινήσουν όλο αυτό τον αρπαχτικό εισπρακτικό μηχανισμό δίχως τη συνεργασία “χρήσιμων” ντόπιων υποτακτικών. Δίπλα, λοιπόν, από τον οθωμανό δυνάστη, συνεργός και συμμέτοχος στην τυρρανία υπήρξε και η ελληνική άρχουσα τάξη.
Τούτη αποτελούνταν αφενός από τους ρωμιούς προεστούς και δημογέροντες, τους λεγόμενους κοτζαμπάσηδες και αφετέρου από κάποιους μεγαλορασοφόρους.
Όλοι τούτοι τέθηκαν για αιώνες στην υπηρεσία των Τούρκων απολαμβάνοντας προνόμια και συσσωρεύοντας πλούτο.
Οι κοτζαμπάσηδες λειτουργούν σαν το μακρύ χέρι της οθωμανικής εξουσίας στους ρωμιούς. Τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους είναι στενά δεμένα με αυτά των τούρκων αφεντάδων που υπηρετούν και αντιπροσωπεύουν.
Αποτελούν την οικονομική ολιγαρχία, είναι αμείλικτοι φοροεισπράχτορες των εξαθλιωμένων ραγιάδων, δυνάστες και καταπιεστές.
Οι ίδιοι απαλλάσσονται από “δοσίματα”, ενώ επιβαρύνουν το λαό με επιπλέον δικούς τους αυθαίρετους φόρους -πλην αυτών της κεντρικής εξουσίας- τους οποίους παρακρατούν προς όφελός τους.
Συν τοις άλλοις οι κοτζαμπάσηδες για να επιβληθούν συγκροτούν αποσπάσματα πληρωμένων μπράβων για να τρομοκρατούν τον κόσμο.
Παρέα με τους πασάδες αστυνομοκρατούν, δικάζουν και τιμωρούν με τη συνήθη ποινή, τη φάλαγγα! Ασκούν τοκογλυφίες, κατάσχουν τα λίγα υπάρχοντα των φτωχών ραγιάδων που αδυνατούν να πληρώσουν τα δοσίματα κι όλο αυγαταίνουν τα πλούτη τους. Οι Τούρκοι θέλοντας να προσδώσουν κύρος και νομιμοφάνεια στα τσιράκια τους, επιτρέπουν την «ελεύθερη» εκλογή του κοτζαμπάση στις κατεχόμενες περιοχές. Μόνο που στην εκλογική διαδικασία δεν έπαιρνε μέρος ο λαός αλλά ο μητροπολίτης, οι ηγούμενοι των μοναστηριών, οι δημογέροντες και διάφοροι άλλοι προύχοντες.
Στον τρόπο ζωής τους οι κοτζαμπάσηδες μιμούνται τους συνεργάτες Τούρκους, ντύνονται παρόμοια με αυτούς, συμπεριφέρονται σχεδόν το ίδιο, με τη διαφορά ότι αντί για το τζαμί προτιμούν την εκκλησία.
Ο λαός τους απεχθάνονταν και σε ένδειξη βαθιάς περιφρόνησης τους αποκαλούσε “τουρκοκοτζαμπάσηδες”, “χριστιανούς πασάδες”, “καλικάντζαρους” και άλλα… κοσμητικά!
O Πουκεβίλ στο έργο του “Ταξίδι στον Μοριά στην Κωνσταντινούπολη στην Αλβανία και σε άλλα μέρη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας” γράφει:
«Οι Έλληνες έχουν τους πιο μεγάλους εχθρούς ανάμεσά τους. Είναι οι κοτζαμπάσηδές τους, που σέρνονται μπροστά στα πόδια των Τούρκων και βασανίζουν σκληρά εκείνους, που θα έπρεπε ν’ αγαπούν και να παρηγορούν… Με την αναίδειά τους την αλαζονεία τους και την χαμέρπειά τους βάλανε όρια ανάμεσα σ’ αυτούς και στο ελληνικό έθνος. Το διεφθαρμένο γένος τους έχει όλα τα ελαττώματα των δούλων και ικανοποιείται από τις ταπεινώσεις των Τούρκων, με τα μονοπώλια, τις συμφεροντολογικές καταδόσεις και τις επαίσχυντες καταληστεύσεις του λαού».
Από τη συνεκμετάλλευση των σκλαβωμένων πληθυσμών οι προεστοί έγιναν πανίσχυροι τσιφλικάδες και άρχοντες. Είναι πασίγνωστο ότι τους δόθηκαν μεγάλες εκτάσεις με σουλτανικά φιρμάνια σαν ανταμοιβή για τις υπηρεσίες που παρείχαν.
Από τo seisaxthia
« …Σύμφωνα με προφορική παράδοση, κατά την άφιξή του στο Καρπενήσι ο Αλή πασάς ρώτησε τίνος είναι το αρχοντικό που ξεχώριζε. Ο Χατζόπουλος του απάντησε:- Δικό σου είναι αφέντη μου.
Και ο Αλής τότε αναφώνησε ευχαριστημένος :
- Μπράβο! Κι αυτός ο τόπος που βλέπεις πέρα να είναι όλος δικός σου.
Έτσι έγινε τσιφλίκι του Χατζόπουλου όλη η δυτική περιοχή ως τα χωριά Σελλά και Μηλιά… »
(από το βιβλίο του Χ. Μηχιώτη «Τυμφρηστός και Τυμφρήστιοι», εκδ. Κασταλία)
Στην αχανή οθωμανική αυτοκρατορία οι υπόδουλοι ραγιάδες υπόκεινται για ολόκληρους αιώνες στην πιο στυγνή εκμετάλλευση. Η βαριά δυσβάστακτη φορολογία που επιβάλλει η Πύλη με τον κεφαλικό φόρο, με τα λογιών-λογιών χαράτσια, με τα αλλεπάλληλα δοσίματα, με τις παρακρατήσεις στις σοδειές και στα παραγόμενα προϊόντα, καθώς και με δεκάδες άλλες πρόσθετες επιβαρύνσεις εκ μέρους των τοπικών διοικητών, καθιστούν αφόρητη τη ζωή των λαϊκών στρωμάτων. Οι ραγιάδες έπρεπε να πληρώνουν αδιαμαρτύρητα για να γεμίζουν τα σεντούκια των πασάδων και του σουλτάνου.
Οι κατακτητές αν και επικυρίαρχοι δεν θα μπορούσαν να κινήσουν όλο αυτό τον αρπαχτικό εισπρακτικό μηχανισμό δίχως τη συνεργασία “χρήσιμων” ντόπιων υποτακτικών. Δίπλα, λοιπόν, από τον οθωμανό δυνάστη, συνεργός και συμμέτοχος στην τυρρανία υπήρξε και η ελληνική άρχουσα τάξη.
Τούτη αποτελούνταν αφενός από τους ρωμιούς προεστούς και δημογέροντες, τους λεγόμενους κοτζαμπάσηδες και αφετέρου από κάποιους μεγαλορασοφόρους.
Όλοι τούτοι τέθηκαν για αιώνες στην υπηρεσία των Τούρκων απολαμβάνοντας προνόμια και συσσωρεύοντας πλούτο.
Οι κοτζαμπάσηδες λειτουργούν σαν το μακρύ χέρι της οθωμανικής εξουσίας στους ρωμιούς. Τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους είναι στενά δεμένα με αυτά των τούρκων αφεντάδων που υπηρετούν και αντιπροσωπεύουν.
Αποτελούν την οικονομική ολιγαρχία, είναι αμείλικτοι φοροεισπράχτορες των εξαθλιωμένων ραγιάδων, δυνάστες και καταπιεστές.
Οι ίδιοι απαλλάσσονται από “δοσίματα”, ενώ επιβαρύνουν το λαό με επιπλέον δικούς τους αυθαίρετους φόρους -πλην αυτών της κεντρικής εξουσίας- τους οποίους παρακρατούν προς όφελός τους.
Συν τοις άλλοις οι κοτζαμπάσηδες για να επιβληθούν συγκροτούν αποσπάσματα πληρωμένων μπράβων για να τρομοκρατούν τον κόσμο.
Παρέα με τους πασάδες αστυνομοκρατούν, δικάζουν και τιμωρούν με τη συνήθη ποινή, τη φάλαγγα! Ασκούν τοκογλυφίες, κατάσχουν τα λίγα υπάρχοντα των φτωχών ραγιάδων που αδυνατούν να πληρώσουν τα δοσίματα κι όλο αυγαταίνουν τα πλούτη τους. Οι Τούρκοι θέλοντας να προσδώσουν κύρος και νομιμοφάνεια στα τσιράκια τους, επιτρέπουν την «ελεύθερη» εκλογή του κοτζαμπάση στις κατεχόμενες περιοχές. Μόνο που στην εκλογική διαδικασία δεν έπαιρνε μέρος ο λαός αλλά ο μητροπολίτης, οι ηγούμενοι των μοναστηριών, οι δημογέροντες και διάφοροι άλλοι προύχοντες.
Στον τρόπο ζωής τους οι κοτζαμπάσηδες μιμούνται τους συνεργάτες Τούρκους, ντύνονται παρόμοια με αυτούς, συμπεριφέρονται σχεδόν το ίδιο, με τη διαφορά ότι αντί για το τζαμί προτιμούν την εκκλησία.
Ο λαός τους απεχθάνονταν και σε ένδειξη βαθιάς περιφρόνησης τους αποκαλούσε “τουρκοκοτζαμπάσηδες”, “χριστιανούς πασάδες”, “καλικάντζαρους” και άλλα… κοσμητικά!
O Πουκεβίλ στο έργο του “Ταξίδι στον Μοριά στην Κωνσταντινούπολη στην Αλβανία και σε άλλα μέρη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας” γράφει:
«Οι Έλληνες έχουν τους πιο μεγάλους εχθρούς ανάμεσά τους. Είναι οι κοτζαμπάσηδές τους, που σέρνονται μπροστά στα πόδια των Τούρκων και βασανίζουν σκληρά εκείνους, που θα έπρεπε ν’ αγαπούν και να παρηγορούν… Με την αναίδειά τους την αλαζονεία τους και την χαμέρπειά τους βάλανε όρια ανάμεσα σ’ αυτούς και στο ελληνικό έθνος. Το διεφθαρμένο γένος τους έχει όλα τα ελαττώματα των δούλων και ικανοποιείται από τις ταπεινώσεις των Τούρκων, με τα μονοπώλια, τις συμφεροντολογικές καταδόσεις και τις επαίσχυντες καταληστεύσεις του λαού».
Από τη συνεκμετάλλευση των σκλαβωμένων πληθυσμών οι προεστοί έγιναν πανίσχυροι τσιφλικάδες και άρχοντες. Είναι πασίγνωστο ότι τους δόθηκαν μεγάλες εκτάσεις με σουλτανικά φιρμάνια σαν ανταμοιβή για τις υπηρεσίες που παρείχαν.
Από τo seisaxthia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου