Τρίτη 4 Ιανουαρίου 2011
Το δρομολόγιο της «αγίας αμαρτίας» στη Θεσσαλονίκη
Ελάχιστοι αρσενικοί βαφτίζονται πλέον στην κολυμβήθρα του αγίου Βαρδαρίου, τη στιγμή που η εφηβεία απαιτεί να δώσει το χρίσμα στο αγόρι που γίνεται άντρας. Όχι, βέβαια, δεν υπάρχει άγιος Βαρδάρης.
Ο Γιώργος Ιωάννου, ο τρόπον τινά υμνογράφος της Θεσσαλονίκης, βάφτισε έτσι την πλατεία Βαρδαρίου, εκεί στην είσοδο της πόλης, θέλοντας να αποδώσει αυτή την περίεργη ερωτική ατμόσφυρα της περιοχής , τη σχεδόν κρυφίως ιερή.
Από το πεζογράφημα του Γιώργου Ιωάννου «Η πλατεία του Αγίου Βαρδαρίου»
Από την Τουρκοκρατία ακόμη, ως την ακμή της μεταπολεμικής περιόδου και τα μέσα της δεκαετίας του ΄80, ήταν ο τόπος των ερωτικών προσκυνημάτων, καθώς τα κακόφημα σπίτια(χαμαιτυπεία, πορνεία, μπουρδέλα, όπως θέλετε πείτε τα) ανακούφιζαν χαρμάνηδες ταξιδιώτες που έμπαιναν μ’ έναν αέρα θριάμβου στη μεγαλούπολη, απορημένους και γυρεύοντες τη λάγνα διασκέδαση αγρότες της Μακεδονικής γης, φαντάρους από τα γύρω στρατόπεδα του Παύλου Μελά και του Καρατάσου, με τις νεανικές τους ορμές στα όρια του ασυγκράτητου.
Κοντά, εκεί, και το Λιμάνι, μόνον που οι ναυτικοί προτιμούσαν κατά κύριο λόγο τα στενά στην περιοχή των Λαδάδικων, χωρίς βέβαια να αρνούνται τις υπηρεσίες της Μπάρας.
Ναι, Μπάρα λεγόταν η περιοχή των Θεσσαλονικιώτικων μπουρδέλων με «κύρια οδική της αρτηρία» την οδό Ειρήνης, στους δρόμους γύρω από την οδό Λαγκαδά, όπου κάνα-δυο πορνοκινηματογράφοι-οι τελευταίοι-έμειναν να υπενθυμίζουν τα περασμένα μεγαλεία της.
Στην κάποτε πολύβοη Μπάρα, τα κορίτσια περίμεναν στις πόρτες τον ξέχειλο ποταμό των φαντάρων και των αγροτών που κατέβαινε την Λαγκαδά και με πειράγματα, αλλά όχι και πολλά παρακάλια, έμπαζαν στα μικρά δωμάτια τους στερημένους για να κορέσουν την επιθυμία τους και μαζί να νοιώσουν για κάποια ελάχιστα λεπτά(δέκα ή δεκαπέντε, με το ρολόι της τσατσάς στο χέρι) την έστω αγορασμένη θαλπωρή του έρωτα.
Πάντα αρχόντισσα η Θεσσαλονίκη ήξερε να περιποιείται τους επισκέπτες της, γεγονός που δεν ξέφυγε ακόμη και από τις περιγραφές του περιηγητή Εβλιά Τσελεμπή.
Το σκηνικό της περιοχής του αγοραίου έρωτα συμπλήρωναν τα γύρω ξενοδοχεία, όπου στα γκριζωπά και άπλυτα κλινοσκεπάσματά τους ολοκληρωνόταν η ερωτική πράξη με τα απαραίτητα όνειρα που τη συνοδεύουν.
«Αλεξάνδρεια», «Καστοριά», «Αιγαίον» μας ταξιδεύουν ακόμη με τα απομεινάρια των κτιρίων και των πινακίδων τους στους τόπους, όπου στεγαζόταν είτε ο έρωτας είτε ο ύπνος αποκαμωμένων ονειρευτών.
Και πίσω από τη θλίψη που συντροφεύει όλο τούτο το φαινομενικά γραφικό και σχεδόν χαρωπά νοσταλγικό φλας μπακ, δεν θα πρέπει να αποσωπιούνται και οι κωμικές στιγμές, αφού πάντοτε οι κυρίες αυτών των δωματίων διακρίνονταν για την αθυρόστομη ετοιμολογία τους, κάθε φορά που η λεκτική πρόκληση του ιδιότυπου φλερτ αυτών των περιστάσεων απαιτούσε την απάντησή της.
Κορυφαία στο είδος η περίφημη Αμαλία, η γνωστή τσατσά στο μπουρδέλο που «διοικούσε», δίπλα από το Λιμάνι(εκεί που βρίσκεται σήμερα ο Ερυθρός Σταυρός)που απέκτησε φήμη στα όρια του θρύλου. Έφυγε από τη ζωή όχι πολλά χρόνια πριν, ως υπηρέτρια σε οικεία γνωστού ψυχιάτρου.
Διόλου τυχαία, την ίδια χρονική περίοδο, τα Λαδάδικα γίνονται χώρος γλεντιού για νεόκοπους φλώρους, τα ξενοδοχεία ανακαινίζονται ζητώντας να ξεπλύνουν το παρελθόν τους…
«Προτού γκρεμίσουν τα τείχη, η πλατεία Βαρδαρίου δεν ήταν σχηματισμένη. Τα τείχη, κατεβαίνοντας προς το λιμάνι, έκοβαν το χώρο στη μέση σχεδόν. Η επικοινωνία με την έξω από τα τείχη πόλη γινόταν από μια μεγάλη διπλή πορτάρα που από τα χρόνια τα βυζαντινά ονομαζόταν «Χρυσή Πύλη» και που ήταν κάτι το ανάλογο με την επίσημη Πύλη της τότε πρωτεύουσας. Έξω από τη Χρυσή Πύλη ήταν χάνια, αλευρόμυλοι, αγροικίες, ο απέραντος χώρος όπου στηνόταν η εμποροπανήγυρη, τα Δημήτρεια, αλλά και έλη πολλά. Από τα έλη αυτά έλαβε το όνομά της και η περίφημη συνοικία Μπάρα, που πρώτα σκόρπιζε τις θέρμες, τους τεταρταίου πυρετούς και τα βαθιά τους ρίγη, και ύστερα, μετά την αποξήρανσή της, το κέφι, τον ξετραχηλισμό και τις αρρώστιες του έρωτα, σε στρατούς και στόλους. Για τους εντόπιους η λέξη Μπάρα, που στα τούρκικα σημαίνει έλος, στάσιμα νερά, είναι πολύ πιο κακόφημη κι από τις λέξεις Τρούμπα ή Πλάκα. Και παρατηρώ πως οι Αθηναίοι με άνεση προφέρουν αυτές τις λέξεις τους, ενώ εμείς όχι.
Του Βασίλη Κεχαγιά
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου